“Περάσαμε τους ίδιους δρόμους

αλλά δεν είδαμε τα ίδια πράγματα”

θ. Μουτσόπουλος, Υψιπετείν


Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Νέα εποχή Νέα κινήματα

 
Οι εξεγέρσεις στον Αραβικό κόσμο αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία που αναδεικνύει η Νέα Εποχή που διανύουμε. Αναφέρομαι στον χαρακτήρα των νέων κινημάτων.
Οι εξεγέρσεις αυτές έχουν να επιδείξουν την παρουσία νέων δυνάμεων στη διεθνή σκηνή και συγχρόνως εντελώς νέα αιτούμενα, έξω από κάθε πρόβλεψη.
Οι μέχρι τώρα πολιτικές εκτιμήσεις για πιθανές εξελίξεις στον Αραβικό χώρο είχαν σαν βάση αναφοράς τη δράση των διαφόρων ισλαμικών οργανώσεων. Αυτό που απασχολούσε όλους τους αναλυτές ήταν η ανάπτυξη κι εξέλιξη του γνωστού φονταμενταλιστικού φαινομένου. Ο «ισλαμικός κίνδυνος» ήταν το μόνο διαγνωσμένο και ορατό πρόβλημα στον Αραβικό κόσμο. Δεν υπήρχε τίποτα που να προϊδεάζει, στοιχειωδώς, για το τι έμελε να συμβεί.
Το αντικαθεστωτικό ξέσπασμα στην Τυνησία, την Αίγυπτο και τα άλλα Αραβικά κράτη αιφνιδίασε τους πάντες. Πότε και μέσα από ποιες αδιόρατες διαδικασίες ωρίμασε μια τέτοια εξέγερση;
Η Εποχή μας δεν θα είχε τίποτα το Νέο αν δεν περιελάμβανε ανατροπές σε διάφορα επίπεδα.
Το μεταδοτικό, πρώτα από όλα στοιχείο αυτών των εξεγέρσεων, η μεταφορά τους σε όλο τον Αραβικό κόσμο, είναι αυτό που τους δίνει ένα ιδιαίτερο νόημα. Οτιδήποτε σήμερα ξεφεύγει από τα στενά Εθνικά πλαίσια και παίρνει ευρύτερες διαστάσεις θα το λέγαμε και σύγχρονο  (και με αυτή την έννοια και οικουμενικό).  Οι εξεγέρσεις στις Αραβικές χώρες δεν αφορούν εθνικές ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες. Έχουν την δυναμική να επεκταθούν, να προκαλέσουν «ντόμινο» εξεγέρσεων σε όλο τον Αραβικό κόσμο (κι ίσως και πέρα από αυτόν).
Σε όλες τις περιπτώσεις (το αντιμετωπίσαμε και στο οικονομικό) αυτό πλέον που «μετράει» είναι η εξάπλωση ενός φαινόμενου. Κι αυτό στις μέρες μας θα το δούμε να συμβαίνει όλο και πιο συχνά. Είναι το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της Νέας Εποχής.
Καμιά κοινωνία δεν πρόκειται να παραμείνει στο μέλλον περιχαρακωμένη στους εθνικούς της καταναγκασμούς και στους όρους που αυτοί επιβάλουν. Ένα νέο ελευθερωτικό κίνημα ενάντια στα Εθνικά status είναι αναπότρεπτο να ξεκινήσει να εκτυλίσσεται με πολλές μορφές. Οι σύγχρονες ελευθερωτικές διαδικασίες δεν θα υπερασπίζονται το παλιό (το Εθνικό). Θα διεκδικούν το Νέο (την συμμετοχή στην οικουμενικότητα) υπερβαίνοντας το παλιό.
Όπως πέρασε, «εν μία νυκτί», μέσα από τις τελευταίες εξεγέρσεις, ο Αραβικός φονταμενταλισμός, στα κατάλοιπα του παλιού κόσμου, έτσι θα περάσουν κι άλλες εθνικές αγκυλώσεις και ιδεολογίες σε άλλους Εθνικούς χώρους.
Η οικουμενικότητα είναι η νέα αδήριτη πραγματικότητα. Που υποκινεί διαδικασίες υπέρβασης του παλιού κόσμου. Το νέο εισβάλει από παντού. Ο κόσμος αλλάζει. Οι κοινωνίες με ειρηνικές ή αιματηρές διαδικασίες δεν μπορούν παρά να ανταποκριθούν αργά ή γρήγορα, στο κάλεσμα των καιρών.
Οι Αραβικές εξεγέρσεις έχουν βέβαια να επιδείξουν και άλλα σημαντικά στοιχεία (που «δένουν» επίσης με τα όσα είπαμε παραπάνω). Όπως τη μαζική είσοδο της Αραβικής νεολαίας στην πολιτική σκηνή. Γεγονός με πολλές προεκτάσεις και προοπτικές. Τα σύγχρονα μέσα, η τεχνολογία, το διαδίκτυο (στα οποία αναφέρεται το κείμενο του Θ. Τρυψάνη) συνδέονται με αυτό το στοιχείο.
Ταυτόχρονα οι κοινωνικές δυνάμεις που υπερασπίστηκαν την εξέγερση αντιπροσώπευαν όλη την κοινωνία. Έχουμε δηλ. γενικευμένη εξέγερση των κοινωνιών  (κι όχι ορισμένων τάξεων ή πολιτικών χώρων).   Υπάρχουν περίοδοι   στην ιστορία «όπου αυτή πορεύεται έντονα και ακαθοδήγητα με την ευθύνη των πολλών». Κάτι τέτοιο, τουλάχιστον στην αρχή, από ότι φαίνεται θα συμβεί και στα χρόνια μας, και μέσα από αυτό στη συνέχεια θα προκύψει όποιο μόρφωμα πολιτικό. Θα δούμε, θα το δείξει η πορεία των πραγμάτων.
Τέλος σε ότι αφορά τα αιτήματα, η απαλλαγή από τα ανελεύθερα καταπιεστικά καθεστώτα, παρ’ όλο που δεν συνοδεύονταν από ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και μετάβασης της εξουσίας (πως θα μπορούσε άλλωστε) περιέκλειαν ένα γενικότερο διαχρονικό μήνυμα: ότι οι Αραβικές κοινωνίες επιζητούν να βγουν από τον αναχρονισμό και να συμμετέχουν στο σύγχρονο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Επειδή τώρα καμία εποχή ιστορικά δεν είχε μόνο τάσεις προόδου, και το νέο ακόμα πολιτικά δεν έχει διαμορφωθεί, υπάρχουν πολλές πιθανότητες στη πράξη να υπάρξει   πισωγύρισμα. Αλλά έχει ξεκινήσει μια άλλη περίοδος κι ότι ταχτικά χάνεται μέλλει στην πορεία με νέους αγώνες να ξανα-διεκδικηθεί και να κερδηθεί.
Μήλιος Χρήστος
Αναδημοσίευση από το site: www.pokethe.gr

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

ΤΟ ΞΥΠΟΛΥΤΟ ΤΑΓΜΑ


Ένα ξεχασμένο φίλμ
Μια νεορεαλιστική ταινία του ‘50




«Αν είχες γυρίσει αυτή την ταινία προτού γυρίσω εγώ τον “Κλέφτη των ποδηλάτων” τότε σήμερα θα ήσουν εσύ ο Ντε Σίκα!».
Αυτό είπε ο Βιτόριο Ντε Σίκα προς τον Γκρεγκ Τάλλας, όταν είδε το 1955 το «Ξυπόλητο Τάγμα» στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου
Το «Ξυπόλητο Τάγμα» είναι η αληθινή ιστορία 160 παιδιών, που η δράση τους πήρε διαστάσεις μύθου όταν διώχτηκαν από τα ορφανοτροφεία της Θεσσαλονίκης από τους Ναζί κατακτητές στα χρόνια της κατοχής του Bʼ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι Γερμανοί αδειάζουν τα δημόσια κτίρια και τα επιτάσσουν. Ανάμεσα σε αυτά τα κτίρια είναι και αρκετά ορφανοτροφεία. Τα ορφανά πετάγονται στο δρόμο. Μια ομάδα, απ’ αυτά τα ορφανά, για να επιβιώσουν, παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Οργανώνονται σαν μυστικός «στρατός», με ιεραρχία και πειθαρχία. Μόνα τους συγκροτούν ομάδες κρούσης και βοήθειας. Πηγή για την τροφοδοσία τους είναι τα γερμανικά καμιόνια που κουβαλάνε ψωμί και τρόφιμα και οι μαυραγορίτες. Τα κλεμμένα μοιράζονται στα ορφανά, αλλά και σε άλλους κατοίκους της Θεσσαλονίκης που είχαν ανάγκες.
Τα παιδιά του «Ξυπόλυτου Τάγματος» έμειναν στην ιστορία σαν «σαλταδόροι». Ο θρύλος λέει, πως πέρα από την αρωγή που παρείχαν στο κόσμο, κατάφερναν με την εξυπνάδα και το κουράγιο τους να βοηθούν την Αντίσταση, βρίσκοντας τρόπους να φυγαδεύουν στη Μέση Ανατολή Έλληνες, Αμερικάνους και Εγγλέζους αξιωματικούς, με σκοπό να ενωθούν με τους εκεί συμμαχικούς στρατούς.
Στα τέλη της δεκαετίας του ΄40, βρισκόταν στην Αμερική ο ηθοποιός του Κρατικού Θεάτρου Νίκος Κατσιώτης, ο οποίος συζητώντας με τον Γκρεγκ Τάλλας (Γρηγόρης Θαλασσινός) του διηγήθηκε πως την ημέρα που η Θεσσαλονίκη γιόρταζε την απελευθέρωσή της, τον Νοέμβριο του 1944, στο τέλος της διαδήλωσης ακολουθούσε ένα τσούρμο από κουρελήδες πιτσιρικάδες οι οποίοι κρατούσαν ένα πανό που έγραφε «Ξυπόλητο Τάγμα». Η διήγηση του Νίκου Κατσιώτη, συγκλόνισε τον Τάλλας κι αποφάσισε να κάνει το «Ξυπόλητο Τάγμα» ταινία. Το 1952, ο Γκρεγκ Τάλλας έρχεται στην Ελλάδα και με την περιορισμένη οικονομική υποστήριξη ενός άλλου Ελληνοαμερικανού, ξενοδόχου στο Λος Άντζελες, του Πέτρου Μπουντούρη, άρχισε να γυρίζει την ταινία « Το Ξυπόλητο Τάγμα». Ο Νίκος Κατσιώτης έγραψε το σενάριο, ενώ την μουσική έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης (η πρώτη του για κινηματογραφική ταινία), με εκτέλεση από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (υπό την διεύθυνση τού ιδίου). Η θαυμάσια φωτογραφία ήταν του Μιχάλη Γαζιάδη.
Ο Γκρεγκ Τάλλας αποθαρρημένος από την υποτυπώδη κινηματογραφία της Ελλάδας της εποχής, σκέφτηκε αρχικά να γυρίσει την ταινία στη Νάπολη, πόλη που θεωρούσε πως είχε μια περίεργη ομοιότητα, το ίδιο άρωμα, με τη Θεσσαλονίκη. Αλλά πάλι κάτι τον έτρωγε.
Κι έτσι ήρθε στην Ελλάδα και γύρισε την ταινία στη Θεσσαλονίκη σε φυσικούς χώρους. Μόνο τη σκηνή της «μαύρης αγοράς» γύρισε για καθαρά πρακτικούς λόγους στην Αθήνα, στην περιοχή των Φυλακών Αβέρωφ, όπου και λειτουργούσε πραγματικά η μαύρη αγορά στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής.
Χρησιμοποίησε μόνο δύο επαγγελματίες ηθοποιούς, τον Νίκο Φέρμα και τη Μαρία Κωστή. Όλοι οι άλλοι που έπαιξαν στην ταινία ήσαν ερασιτέχνες. Τα 63 από τα 66 παιδιά που πήραν μέρος στα γυρίσματα, ο Γκρεγκ Τάλλας τα πήρε από αναμορφωτήρια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Η μηχανή λήψης ήταν του 1924 και χρησιμοποιήθηκαν μόνο 6 προβολείς για τον φωτισμό. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα της ταινίας -σε συνδυασμό με τις συνθήκες παραγωγής- ήταν μια μεγάλη έκπληξη στην Αμερική. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι αυτή η ταινία γυρίστηκε με τόσο λίγα τεχνικά μέσα. Για παράδειγμα, ο φωνολήπτης της Κολούμπια ήταν αδύνατο να πιστέψει πως αυτή η ταινία γυρίστηκε βουβή και πως είχαν επιτευχθεί τόσο άψογοι συγχρονισμοί στο ντουμπλάρισμα της ηχητικής μπάντας στην Ελλάδα!
Το αρνητικό της ταινίας είχε χαθεί και χάρη στις προσπάθειες του διευθυντή της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, Θόδωρου Αδαμόπουλου που εντόπισε δύο κόπιες προβολής σε καλή κατάσταση, δημιουργήθηκε, μετά από χρονοβόρες και πολυδάπανες διαδικασίες, ένα καινούργιο αρνητικό της ταινίας.
Το «Ξυπόλυτο Τάγμα» ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που κατόρθωσε να βραβευτεί σε διεθνές φεστιβάλ. Πήρε το 1955 το πρώτο βραβείο («Χρυσή Δάφνη»), στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Εδιμβούργου.

Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 1953
Σκηνοθεσία : Γκρεγκ Τάλας  Σενάριο : Νίκος Κατσιώτης
Πρωταγωνιστούν : Μαρία Κωστή, Νίκος Φέρμας, Αντώνης Βούλγαρης, Βασίλης Φραγκαδάκης, Χρήστος Σολούρογλου, Ευάγγελος Γιωτόπουλος, Σταύρος Κρόζος, Γιώργος Αξιώτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Κατηγορία : Δράμα
Έτος παραγωγής : 1953
Χώρα παραγωγής : Ελλάδα
Χρώμα : Ασπρόμαυρο
Γλώσσα : Ελληνικά
Διάρκεια : 110΄

Πληκτρολογήστε στο google το όνομα της ταινίας για να τη δείτε

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

«World Press Photo» Βραβεύτηκε η φωτογράφος της κακοποιημένης αφγανής





Το συγκλονιστικό πορτρέτο της 18χρονης ακρωτηριασμένης αφγανής, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τime», το Σεπτέμβριο του 2010, χάρισε στη φωτογράφο Τζόντι Μπίμπερ το πρώτο βραβείο «World Press Photo».

Η εικονιζόμενη Αΐσα Μπίμπι εγκατέλειψε το σύζυγο της, ο οποίος την κακοποιούσε και σαν τιμωρία, σύμφωνα με τις εντολές τοπικού Ταλιμπάν, εκείνος της έκοψε την μύτη και τα αυτιά.

Η κοπέλα ζει πλέον, στις ΗΠΑ και έχει υποβληθεί σε πλαστικές επεμβάσεις για την αποκατάσταση του προσώπου της.

Πρέπει να αναφέρω, καθυστερημένα βέβαια, ότι το δράμα της νεαρής Αφγανής εκμεταλλεύτηκε πολιτικά η αμερικανική πολιτική, στη κατεύθυνση δικαιολόγησης της παραμονής των δυνάμεων της στο Αφγανιστάν. Είμαι σαφώς αντίθετος σ' αυτό και το καταδικάζω. Πρόθεση μου ήταν να δείξω το σκοταδιστικό πρόσωπο κάθε θεοκρατικής εξουσίας.
Θ.Τ.

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Οι εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο και το διαδίκτυο



Ένας νέος άνθρωπος αυτοπυρπολήθηκε στην Τυνησία (το παράδειγμα της περιοχής κατά τη Δύση) διαμαρτυρόμενος για τη φτώχεια και την ανεργία. Αυτή ήταν κυριολεκτικά και μεταφορικά η σπίθα γι’ αυτά που ακολούθησαν και οδήγησαν στην ανατροπή του απολυταρχικού καθεστώτος και τη φυγή του προέδρου Μπεν Αλί.
 Το κύμα της εξέγερσης τρέχοντας με ταχύτητες διαδικτύου, απλώθηκε σ’ όλο τον αραβικό κόσμο. Ζούμε σε μια εποχή που ανάγει στο δευτερόλεπτο το άγνωστο σε γνωστό και μετατρέπει το μακρινό σε κοντινό και το τοπικό σε παγκόσμιο.
 Είχαν προηγηθεί οι αποκαλύψεις του Wikileals γι’ αυτά που γνώριζαν οι ΗΠΑ, περί της φοβερής διαφθοράς του καθεστώτος.  Μάλιστα υπήρξε και ένας  ιστότοπος για τα τηλεγραφήματα προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ειδικά για την Τυνησία (στα πρότυπα του Wikileaks) το tunileaks.org. Στην οργή που ξεχείλιζε από την απότομη αύξηση της τιμής των βασικών αγαθών (λόγω της νέας παγκόσμιας διατροφικής κρίσης), την ανεργία τη στέρηση βασικών πολιτικών δικαιωμάτων, οι αποκαλύψεις συνέβαλαν στα επερχόμενα. Βέβαια ερμηνείες για τα αίτια της εξέγερσης γράφονται και θα συνεχίσουν να γράφονται. Οι εξεγέρσεις όμως, ως ένας συνδυασμός καταστάσεων που πυροδοτείται σε μια χρονοστιγμή, όπως κι αυτές που ζούμε, παραμένουν και θα παραμένουν απρόβλεπτες.
Σε μια κοινωνία όπου το 60% του πληθυσμού είναι κάτω των 30 ετών,  και ζει σε ασφυκτικές συνθήκες, αυτοί οι νέοι αποτελούν τον πυρήνα της εξέγερσης. Δεν οργανώθηκε από κάποιο κόμμα ή από κάποιο εξόριστο ηγέτη. Δεν έχει θρησκευτικό (ισλαμικό) χαρακτήρα. Σε μια χώρα με μικρή προσβασιμότητα στο Internet, μια μικρή αλλά κρίσιμη μάζα μορφωμένων νέων χρησιμοποίησε το διαδίκτυο ως βασικό μέσο συντονισμού και οργάνωσης των κινητοποιήσεων. Αλλά και ως εναλλακτικό μέσο ενημέρωσης προς τον υπόλοιπο κόσμο αφού στα εγχώρια ΜΜΕ ασκείται απόλυτη λογοκρισία. Η αξιοποίηση των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης (Facebook,Twitter κλπ.), των blogs  και όλων των ιντερνετικών εφαρμογών, από την πρώτη στιγμή, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη μετάδοση της είδησης της αυτοπυρπόλησης, στον πολλαπλασιασμό των κινητοποιήσεων αλλά και στην συνέχιση τους, με σύνθημα «Ο δικτάτορας έπεσε, η δικτατορία όχι ακόμη».
Στην Αίγυπτο, που πέρασε το κύμα της εξέγερσης, η 25 Ιανουαρίου ήταν η πρώτη διαδήλωση αλληλεγγύης προς την Τυνησία (μέρα οργής ονομάστηκε), η οποία πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε μια σειρά αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, με αίτημα την αποπομπή του καθεστώτος Μουμπάρακ. Τα ίδια ακριβώς κινηματικά χαρακτηριστικά ισχύουν και στην Αίγυπτο. Οι νέοι πρωτοστατούν, μεταξύ αυτών και μια ομάδα που δραστηριοποιείται στο διαδίκτυο, το “κίνημα της 6ης Απριλίου” (http://shabad6april.wordpress.com), η οποία ξεκίνησε το 2008, με εκδηλώσεις συμπαράστασης στις απεργίες βιομηχανικών εργατών. Συνέχισε τις κινητοποιήσεις ενάντια στη στάση της κυβέρνησης Μουμπάρακ κατά την ισραηλινή επίθεση στη Γάζα και τώρα μέσω του διαδικτύου πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις ενάντια στο καθεστώς.
Στον πανικό μπροστά στην απώλεια εξουσίας, το καθεστώς προχώρησε στο ακραίο μέτρο, του μπλακ άουτ στις επικοινωνίες (internet και κινητή τηλεφωνία). Η πράξη δεν δείχνει μόνο τη σημασία των σύγχρονων τηλεπικοινωνιακών μέσων στην ανάπτυξη των κοινωνικοπολιτικών αγώνων. Δείχνει επίσης την αδυναμία ελέγχου των επικοινωνιακών ροών, την αδυναμία επιβολής λογοκρισίας. Οι μάχες δεν δίνονται μόνο στους δρόμους, αλλά και στα δίκτυα επικοινωνίας. Πολύ σύντομα ανοίχτηκαν παράπλευροι επικοινωνιακοί οδοί. Εκδηλώνεται διεθνής αλληλεγγύη με προσφορά δωρεάν ιντερνετικών συνδέσεων από ιντερνετικές εταιρείες και ιδιώτες. Ανοίγουν ασύρματες και δορυφορικές συνδέσεις. Τα μηνύματα τελικά ταξιδεύουν παντού μαζί με το μήνυμα: καμιά χώρα δεν μπορεί να μείνει βουβή και αποκλεισμένη από τον υπόλοιπο κόσμο.
Ο καθοριστικός ρόλος του διαδικτύου, στις εξεγέρσεις των χωρών της Μέσης Ανατολής ξαφνιάζει, και δείχνει ότι δεν αποτελεί προνόμιο μόνο των προηγμένων κοινωνιών. Αποτελεί κατακτημένο μορφωτικό και επικοινωνιακό μέσο και του τρίτου κόσμου.  Ταυτόχρονα βέβαια συνιστά και την τεχνολογική βάση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η  παγκοσμιοποιημένη οικονομία είναι αδύνατον να λειτουργήσει χωρίς διαδίκτυο.
Κάθε φορά που το διαδίκτυο λειτουργεί ως εργαλείο και πεδίο μάχης των νέων κοινωνικοπολιτικών αγώνων, όπως τώρα στη Μέση Ανατολή, τίθεται το ερώτημα αν μπορεί να ελεγχθεί. Στο επίπεδο της διαδικτυακής τεχνολογίας υπάρχει μια διαρκής αντιπαράθεση ανάμεσα σ’ αυτούς που επιδιώκουν ένα ελεγχόμενο μέσο και αυτούς που υπερασπίζονται τον ελευθεριακό του χαρακτήρα.  Κι αυτό συνέβη και τώρα στο παράδειγμα της Μέσης Ανατολής. Βέβαια υπάρχουν και αυτοί που αλλάζουν θέση κατά περίπτωση. Το ζήτημα όμως δεν είναι τόσο απλό. Το διαδίκτυο, όπως αναφέραμε, είναι το κατεξοχήν μέσο της παγκοσμιοποίησης οικονομίας. Επόμενα κάθε απόπειρα ελέγχου (και πολύ περισσότερο μπλοκαρίσματος) του, θα  σήμαινε δυσλειτουργία ή ακόμη και διακοπή μέρους των αναρίθμητων οικονομικών πράξεων που γίνονται καθημερινά ανά τον κόσμο. Κι αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Δεν μπορεί να θιγεί από κανέναν (ακόμη κι αν διαθέτει την τεχνολογία) η πορεία της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Επόμενα και η πραγματικότητα του διαδικτύου δεν μπορεί να ανατραπεί. Η ταχύτητα, η αμεσότητα και ο ελευθεριακός χαρακτήρας του μέσου, θα συνεχίσουν να το χαρακτηρίζουν, και να  αποτελούν το μέσο οργάνωσης των νέων κινημάτων.  

                                                                                                                                                                Θ.Τ.
                                                                                                                                                         

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Τι έδειξαν τα γεγονότα στη Νομική

 
Τα γεγονότα στη Νομική έδειξαν με τον πιο περίτρανο τρόπο ότι η Ελληνική κοινωνία έχει περιέλθει σε μια κατάσταση που, πολύ δύσκολα πλέον, μπορεί να προσλάβει κάποιο δημόσιο συμβάν στις πραγματικές του διαστάσεις.
Ότι είναι επιρρεπής ανά πάσα στιγμή σε ακραίες τοποθετήσεις και υπερβολές.
Ότι κυριαρχείται από διάφορες φοβίες και ανασφάλειες, οικονομικές κύρια, αλλά και εθνικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές. Ότι το μεταναστευτικό αποτελεί μια κύρια πηγή ανησυχίας, ότι κατανοείται αποκλειστικά σαν θέμα ασφάλειας. Ότι κάθε άλλη διάστασή του, για την Ελληνική κοινωνία, είναι δευτερεύουσα κι ασήμαντη (και πολύ περισσότερο η ανθρωπιστική, που ορθά επικαλούνται στη δήλωσή τους, οι δύο γνωστές συγγραφείς).
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο συντηρητικής αναδίπλωσης. Το υπέδαφος έχει διαμορφωθεί.
Δεν είναι το ενδιαφέρον για το άσυλο, που δήθεν παραβιάζονταν (που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν παρακωλύθηκε καμιά πανεπιστημιακή λειτουργία, ούτε έγιναν φθορές), όπως προφασίστηκαν τα μίντια, οι «προοδευτικοί» πανεπιστημιακοί και οι πολιτικοί διαφόρων αποχρώσεων. Αλλού πατούσαν. Στα υπαρκτά και αναπτυγμένα φοβικά αντανακλαστικά της Ελληνικής κοινωνίας, τα οποία φροντίζουν, κάθε φορά, να οργανώνουν και να προάγουν σε ένα παραπάνω επίπεδο, ως εμπορεύσιμο είδος προς πολιτική εκμετάλλευση. Τα φοβερά και τρομερά σενάρια για μεγάλης κλίμακας επεισόδια έδιναν και έπαιρναν. Μια απλή και ειρηνική εκδήλωση διαμαρτυρίας από 250 μετανάστες, που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, πήρε τη μορφή του κατεπείγοντος. Βρέθηκε ξαφνικά να κινδυνεύει η πολιτική γαλήνη του τόπου. Έπρεπε άμεσα να αντιμετωπισθεί. Με ολονύχτιες διαβουλεύσεις και τον μπαμπούλα των ΜΑΤ να απειλεί.
Η «λύση» της μεταφοράς σε άλλο κτήριο διακινείται στα κανάλια σαν επιτυχία. Μπορούν οι πολίτες της χώρας να κοιμούνται ήσυχοι. Εξουδετερώθηκε μια εσωτερική απειλή.
Και με τους μετανάστες τι θα γίνει;
Εκεί που βρίσκονται είναι ακίνδυνοι. Δεν θα ενδιαφερθεί γι αυτούς κανείς. Μόνο αν ξανα-υπάρξει πρόβλημα…. «ασφάλειας». Τότε μόνο θα επανέλθουν, οι πάσης φύσεως μηχανισμοί, του ανυπόληπτου πολιτικού συστήματος, και θα επιληφθούν του θέματος. Έως τότε δεν έχουν και πολλά ζητήματα να λύσουν με αυτούς.
Μέσα στην γενική παράκρουση που προκάλεσαν τα γεγονότα επανήλθε και το θέμα του ασύλου με πιο ακραίες τοποθετήσεις αυτή τη φορά. Η Ν.Δ. ζήτησε την άρση του ασύλου και κατέθεσε (ή πρόκειται να καταθέσει) ανάλογη νομοθετική ρύθμιση στη βουλή. Και το επόμενο βήμα ποιο θα είναι; Η επανίδρυση του σπουδαστικού τμήματος της Ασφάλειας που θα ελέγχει τις πολιτικές δραστηριότητες στα πανεπιστήμια. Εκεί οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια η κατάργηση του ασύλου, στην εποχή της δικτατορίας και πριν από αυτήν. Πώς δηλ. οι άνθρωποι επανέφεραν την αγροφυλακή. Γιατί να μην επαναφέρουν και το σπουδαστικό της ασφάλειας. Έχουν κι αυτοί, σαν συντηρητικός χώρος, τις δικές τους εμμονές και κολλήματα.
Η έννοια του ασύλου είναι πολιτική. Μιλάμε για την ελεύθερη διακίνηση των πολιτικών ιδεών (όχι των επιστημονικών όπως συχνά αναφέρεται). Αυτή είναι η ιστορική σημασία του ασύλου στα Ελληνικά πανεπιστήμια. Οι συνθήκες που την επέβαλαν όντως έχουν αρθεί (χωρίς να γνωρίζει κανείς τι θα γίνει στο μέλλον). Και δεν είναι μόνο ιστορικοί και συμβολικοί οι λόγοι για τους οποίους πρέπει να διατηρηθεί το άσυλο.
Η επίλυση των όποιων προβλημάτων στα πανεπιστήμια δεν μπορεί να γίνεται μέσω της καταστολής. Έχει πολιτισμική ιδιαιτερότητα ο χώρος. Η πανεπιστημιακή κοινότητα, στο σύνολό της, πρέπει να προάγει τις πολιτικές διαδικασίες επίλυσης των όποιων προβλημάτων, να προάγει τον πολιτικό πολιτισμό και να πρωτοστατεί στην εμπέδωση της δημοκρατικής νοοτροπίας που χρειάζεται όσο ποτέ η Ελληνική κοινωνία.
Να μην καταφεύγει στις εύκολες λύσεις. Να αγκαλιάζει τα προβλήματα της κοινωνίας (και ένα από αυτά είναι και το μεταναστευτικό) και όχι να διαχωρίζεται από αυτά. Ο τρόπος που συμπεριφέρθηκε στα τελευταίο γεγονότα, η αγωνία της να απαλλαγή από τους μετανάστες, να τους «επαναπροωθήσει» στην κοινωνία, φανερώνει το χάσμα που την χωρίζει από αυτήν.
Το Πανεπιστήμιο όμως, πάνω από όλα, είναι κοινωνικός θεσμός. Η σύνδεση του πανεπιστήμιου με την κοινωνία (όχι μόνο με την οικονομία και την παραγωγή) θα παραμένει πάντα το κύριο ζητούμενο.
Οι λογικές περιχαράκωσης του πανεπιστήμιου στο επιστημονικό του έργο, η αποκοπή του από το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, συνιστούν σήμερα τη βάση παραπέρα ανάπτυξης των συντηρητικών του χαρακτηριστικών. Η ανακοπή αυτής της πορείας είναι πολύ δύσκολη. Έχει πολλούς υποστηρικτές και εκτός πανεπιστημίου. Έχουν ανατραπεί οι συσχετισμοί. Αλλιώς δεν θα συνέβαιναν όσα συμβαίνουν.
Πολιτικό Κέντρο Θεσσαλονίκης

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Νεοελληνικός πολιτισμός και Γλωσσικό ζήτημα. Με αφορμή μια αποκάλυψη

Την αφορμή για αυτή την συνοπτική αναφορά στο πολιτισμικό και γλωσσικό ζήτημα μας την έδωσε το τελευταίο τεύχος, του 2010, του περιοδικού «ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ» (αριθ. Τεύχους:141).
Στο τεύχος αυτό, αναδρομικά, ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Ε. Κριαράς δίνει στη δημοσιότητα τις επιστολές της οργανωτικής επιτροπής, για τον εορτασμό δυο επετείων του Ψυχάρη ( το 2004), προς όλους τους αρμόδιους φορείς του δημοσίου, προκειμένου να υπάρξει συμμετοχή της πολιτείας στη διοργάνωση ενός Συνέδριου προς τιμήν της μεγάλης αυτής προσωπικότητας των Ελληνικών γραμμάτων. Οι δυο επέτειοι του Ψυχάρη αφορούσαν τα εκατόν πενήντα χρόνια από την γέννησή του και εβδομήντα πέντε από το θάνατό του.
Η αρχική βέβαια πρόταση ήταν να ανακηρυχθεί το 2004 σε έτος Ψυχάρη και να περιλάβει πλήθος από εκδηλώσεις αλλά στη συνέχεια περιορίσθηκε στη διοργάνωση ενός Συνέδριου.
Οι απαντήσεις των φορέων ενώ αρχικά δεν ήταν αρνητικές συνέτειναν τελικά στην μη συμμετοχή του δημόσιου στις εκδηλώσεις για τον Ψυχάρη και στην έμμεση αλλά σαφή απόρριψη της πρότασης της οργανωτικής επιτροπής. Το συνέδριο τελικά έγινε, με μεγάλη επιτυχία, και αποκλειστική ευθύνη του Τομέα της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας της φιλοσοφικής σχολής Θεσσαλονίκης. Τα εμπλεκόμενα πρόσωπα σε αυτή την ιστορία, που φέρουν την ευθύνη για τη στάση της πολιτείας ήταν : Χ. Καστανίδης (ως υπουργός Β.Ελλάδος), Π.Τατούλης (υπουργός πολιτισμού), Ν. Τσαρτσώνης (διάδοχος του Καστανίδη στο υπουργείο Β. Ελλάδος), Ψωμιάδης (νομάρχης θεσσαλονίκης) και Β Παπαγεωργόπουλος (δήμαρχος της πόλης). Όλοι αυτοί με τον τρόπο τους συνέβαλαν στην άρνηση του κράτους να συμμετάσχει στον εορτασμό στην μνήμη του Γ,Ψυχάρη.
Το γεγονός δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία αν ήταν απλώς ένα από τα τόσα περιστατικά ασυνέπειας του Ελληνικού κράτους. Αν ήταν θέμα δηλ. δυσλειτουργίας του κράτους ή και κακής διαχείρισης του θέματος, από ορισμένους εκπρόσωπους της πολιτείας. Αλλά δεν είναι μόνο τέτοιο. Έτσι πιστεύουμε. Στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι και θέμα άγνοιας. Άγνοιας του γλωσσικού ζητήματος και της σημασίας του, στην διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας. Άγνοιας και του ρόλου που διαδραμάτισε σε αυτό ο Γιάννης Ψυχάρης.
Η εξέλιξη της Ελληνικής κοινωνίας δεν έγινε μόνο μέσα από κοινωνικούς, πολιτικούς και εθνικούς αγώνες, αλλά και μέσα από αγώνες για την μόρφωση, την παιδεία, την πολιτισμική ανασυγκρότησή της. Κι εκεί υπήρξαν σημαντικές φάσεις όπου παίχθηκαν κρίσιμα ζητήματα για το μέλλον του τόπου. Όπως το γλωσσικό. Το ζήτημα της ενιαίας γλώσσας, ο ενοποιητικός του ρόλος στη διαμόρφωση της σύγχρονης εθνικής ταυτότητας.
«Τι θα ήτανε σήμερα η φιλολογία μας, η ποίηση και η πρόζα, η Τέχνη γενικά του λόγου στην Ελλάδα αν δεν υπήρχε ο Ψυχάρης;» διακήρυττε το 1909 ο Κ. Παλαμάς («δυό λόγια»).
Η Ελληνισμός, βγαίνοντας από την μακρόχρονη δουλεία, είχε να αντιμετωπίσει το τεράστιο ζήτημα της εθνικής ομογενοποίησης σε πολλά επίπεδα. Και πρώτα από όλα της γλώσσας. Η διγλωσσία, που κρατούσε από το Βυζάντιο, είχε μεταφερθεί και στα χρόνια ίδρυσης του νέου Ελληνικού Κράτους. Άλλη γλώσσα μιλούσε ο λαός κι άλλη χρησιμοποιούσαν οι λόγιοι και το Κράτος στα γραφτά τους. Η διάκριση ήταν σαφής: Η δημοτική, από τη μια, η αρχαΐζουσα από την άλλη. Ο προφορικός λόγος, από τη μια, ο γραπτός από την άλλη. Η ανεπίσημη, η «χυδαία» η «παρακατιανή», από την μια, η επίσημη, η «ανώτερη», η «ευγενής» από την άλλη. Το πρόβλημα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα. Το αντιμετώπιζαν και τα άλλα Ευρωπαϊκά έθνη. Κατόρθωσαν να το απαντήσουν όμως αποτελεσματικά και σε μικρό, σχετικά, διάστημα. Εμείς χρειαστήκαμε σχεδόν εκατόν πενήντα χρόνια.
Πώς να αναπτυχθεί πνευματικά ένα Έθνος; πώς να μορφωθεί ο λαός του;
Ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πνευματική καθυστέρηση της Ελλάδας ανήκει σίγουρα στο γλωσσικό.
«Ελευθερία και γλώσσα» επέμενε να επαναλαμβάνει από τα χρόνια ακόμα της επανάστασης του ΄21 ο Σολωμός.
Το γλωσσικό αποτέλεσε έναν από τους κεντρικούς σταθμούς της νεοελληνικής ιστορίας. Την σημάδεψε όσο λίγα πράγματα. Και είχε τους πρωταγωνιστές του: Ψυχάρης, Τριανταφυλλίδης, Δελμούζος, Γληνός, Εφταλιώτης, Πάλλης κλπ.
Η συμβολή του Ψυχάρη στην καθιέρωση της δημοτικής ήταν καθοριστική. Υπήρξε ο άκαμπτος ιδεολόγος, ο ασυμβίβαστος, αυτός που έθεσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο το κέραιο ζήτημα της Εθνικής γλώσσας με την έννοια ότι αυτή έπρεπε νάναι και λαϊκή δηλ. να είναι η γλώσσα που μιλάει ο λαός.
Ο Ψυχάρης ήταν αυτός που ανέτρεψε τις ισορροπίες, που «λύγισε την βέργα από την άλλη μεριά», που εξισορρόπησε τα πράγματα και άνοιξε το δρόμο για την ανατροπή του καθεστώτος της διγλωσσίας.
Χρειάστηκαν μακροχρόνιοι αγώνες, να αναπτυχθεί ένα ολόκληρο κίνημα, το γλωσσικό κίνημα του δημοτικισμού, για να φθάσουμε στην σημερινή καθιέρωση της δημοτικής σαν ενιαίας εθνικής γλώσσας, που βέβαια δεν είναι η δημοτική του Ψυχάρη, αλλά η «λόγια» μορφή της. Ωστόσο η συμβολή του Ψυχάρη παραμένει η πιο σημαντική, η πιο καθοριστική από όλες στην νεότερη ιστορία της Ελληνικής γλώσσας.
Η γενιά της μεταπολίτευσης είναι η μόνη γενιά που δεν σχετίζεται με το γλωσσικό. Της είναι εντελώς άγνωστο. Είναι η μόνη γενιά, μετά από αιώνες (από την εποχή του Βυζαντίου ακόμα), που δεν έζησε υπό καθεστώς διγλωσσίας (μόλις το 1974 έγινε η καθιέρωση της Δημοτικής σαν επίσημης κι ενιαίας γλώσσας).
Δικαιολογείται γι αυτό να έχει πλήρη άγνοια ;
Το γλωσσικό παραμένει πάντα ανοιχτό. Η γλώσσα είναι κάτι που εξελίσσεται συνέχεια, δεν μένει ποτέ στάσιμη. Σε κάθε εποχή «το γλωσσικό πρόβλημα» παίρνει άλλη μορφή. Η άγνοια στο γλωσσικό, του χθες και του σήμερα, συνιστά ένα τεράστιο πολιτισμικό κενό.
Χωρίς επίγνωση της εξέλιξης της γλώσσας, χωρίς γνώση της ιστορίας της, των φάσεων που διέτρεξε ανά τους αιώνες, είναι αδύνατο να υπάρξει οποιαδήποτε πνευματική πρόοδος των Ελληνικών γραμμάτων. Η πνευματική μας εξέλιξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γλωσσικό ζήτημα.
Η Νεοελληνική γλώσσα σήμερα είναι αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις. Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης αντιμετωπίζει το πρόβλημα της περιορισμένης χρήσης της, στα όρια της Εθνικής επικράτειας. Δεν έχει όρους διάδοσης έξω από αυτήν. Πρέπει να διατηρηθεί και να αναπαραχθεί στα στενά Εθνικά πλαίσια επιδεχόμενη πλείστες επιρροές. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν όλες οι εθνικές γλώσσες παγκοσμίως. Η πολιτισμική παγκοσμιοποίηση οδηγεί στην διεθνή επικράτηση μιας ενιαίας γλώσσας (και δύο –τριών, το πολύ, συμπληρωματικών) και στην υποβάθμιση της αξίας των υπόλοιπων Εθνικών γλωσσών με προοπτική την μετατροπή τους σε δευτερεύουσες και προαιρετικές. Η παιδεία στο μέλλον, αφού περάσει από διάφορα μεταβατικά στάδια (εξίσωσης της διεθνούς γλώσσας με την Εθνική) θα φθάσει στο σημείο να στηρίζεται αποκλειστικά στην διεθνή γλώσσα δηλ. στα Αγγλικά. Το κατώτατο επίπεδο μόρφωσης θα αφορά δύο πράγματα: την γνώση της διεθνούς γλώσσας και την χρήση των υπολογιστών. Πράγματα δηλ. που ισχύουν ήδη για την νέα γενιά και που πρόκειται να γενικευθούν και να ολοκληρωθούν για το σύνολο των σύγχρονων κοινωνιών. Πάμε, με άλλα λόγια, για ένα νέο καθεστώς διγλωσσίας, τη στιγμή που είχαμε ξεπεράσει το παλιό. Μια διγλωσσία άλλης μορφής, που δεν αφορά μια «εκκρεμότητα» της Νεοελληνικής γλώσσας, «μια Εθνική υπόθεση», αλλά τον υποσκελισμό της Εθνικής γλώσσας ( στο εσωτερικό της χώρας) από μια διεθνή. Θα μπορέσει, κάτω από αυτές τις συνθήκες, να επιβιώσει και να αναπαραχθεί η Νεοελληνική γλώσσα; Να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν τα Ελληνικά γράμματα; Είναι ένα μεγάλο πολιτισμικό ζητούμενο της εποχής.
Το νέο διεθνές περιβάλλον κι οι αλλαγές που συνεπάγεται, σε όλους ανεξαίρετα τους τομείς, αποτελεί την νέα αμείλικτη πραγματικότητα που, προκειμένου να την αντιμετωπίσουμε, πρέπει, πρώτα από όλα, να την κατανοήσουμε. Η Ελληνική κοινωνία σήμερα στερείται παντελώς μιας, έστω και στοιχειώδους, επίγνωσης των συντελούμενων διεθνών αλλαγών. Ζει μέσα στην άγνοια, χωρίς την παραμικρή αίσθηση των όσων διακυβεύονται πολιτισμικά και ιδιαίτερα στο επίπεδο της γλώσσας. Σε αυτό συντελεί κι η διαιωνιζόμενη σύγχυση ανάμεσα στον αρχαίο και Νεοελληνικό πολιτισμό, μια αντίληψη συνέχειας και ταύτισης που συμβάλει στο να μην μπορεί η Ελληνική κοινωνία να αποκτήσει την απαιτούμενη αυτογνωσία που είναι αναγκαία προκειμένου να κατανοήσει τη θέση της στο σύγχρονο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Και βέβαια να καταλάβει και τους κινδύνους που διατρέχει η Ελληνική γλώσσα.
Η Νεοελληνική γλώσσα δεν διαθέτει το εύρος και την διάδοση, που είχε στην εποχή της, η αρχαία ελληνική γλώσσα. Ο Νεοελληνικός πολιτισμός δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σύγχρονους «ηγεμονικούς πολιτισμούς» και έχει άλλη βάση συγκρότησης από τον αρχαίο Ελληνικό, που στην εποχή του υπήρξε ο κατ’ εξοχήν ηγεμονικός πολιτισμός.
Το γλωσσικό δεν μπαίνει μόνο από το νέο διεθνές περιβάλλον αλλά και από την θέση της Ελλάδας μέσα σε αυτό.
Κάτω λοιπόν από συνθήκες πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης και επικυριαρχίας του νεοελληνικού πολιτισμού από τον Ευρωπαϊκό (και τον Δυτικό γενικότερα) καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της διάσωσης και ανάπτυξης της Ελληνικής γλώσσας.
Το πρόβλημα της διάσωσης του Νεοελληνικού πολιτισμού και της γλώσσας δεν είναι θεσμικό πρόβλημα. Παρ’ όλη την επικυρίαρχη θέση του Ευρωπαϊκού, και του Δυτικού γενικότερα πολιτισμού, υπάρχει έδαφος για τους ασθενέστερους πολιτισμούς. Χωρίς να διαταράσσεται το διεθνές θεσμικό καθεστώς επικυριαρχίας.
Παρ’ όλη την γενική τάση για πολιτισμική ομοιομορφία, όλα δείχνουν, ότι θα υπάρχει χώρος για πολιτισμικές ιδιαιτερότητες αρκεί να μπορούν να γίνουν διεθνώς αναγνωρίσιμες και ανταγωνιστικές. Να μπορούν να «εξάγουν τα προϊόντα τους». Γεγονός που προϋποθέτει η κάθε ετερότητα να μπει «στη δοκιμασία μιας πολιτισμικής ανασύνθεσης» που να την καθιστά οικουμενικά συγκρίσιμη. Τα Εθνικά μέτρα και σταθμά δεν ισχύουν. Ο,τι Εθνικό, άξιο λόγου, θα πρέπει νάναι και οικουμενικό. Αυτό θα πρέπει νάναι το κριτήριο για την παιδεία και τις τέχνες. Ελληνικά πανεπιστήμια αλλά με Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κύρος. Ελληνική λογοτεχνία, ποίηση, μουσική, ζωγραφική, θέατρο, κινηματογράφο αλλά στο ύψος των διεθνών προδιαγραφών και στάνταρ. Μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε την ετερότητά μας, καταξιώνοντάς την οικουμενικά. Και μέσω αυτής να διασώσουμε και τη γλώσσα.
Σήμερα βρισκόμαστε σε μια εκ διαμέτρου άλλη κατάσταση. Μιλάμε με αυστηρά Εθνικούς όρους, με μέτρα και σταθμά που δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν την οικουμενική διάσταση των πραγμάτων. Μιλάμε για την μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση π.χ. χωρίς διεθνή κριτήρια, το ίδιο αφηρημένα για τον Ελληνικό κινηματογράφο, την Ελληνική λογοτεχνία κλπ. Σε ένα πνεύμα πολιτισμικής αυτάρκειας που αντιστοιχεί σε κλειστές κοινωνίες που έχουν κόψει τις γέφυρες επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Επί πλέον ότι οικουμενικό μας χαρακτηρίζει προσπαθούμε να το επανα-εθνικοποιήσουμε.
Ήδη από την αυγή των Νέων Χρόνων ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός έχει οικουμενικοποιηθεί και έχει μετατραπεί σε συστατικό στοιχείο του Δυτικού πολιτισμού. Ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός έχει ξεφύγει από τα στενά εθνικά πλαίσια, έχει γίνει κτήμα όλης της οικουμένης. Δεν υπήρξε μόνο στην εποχή του ο κατ’ εξοχήν ηγεμονικός πολιτισμός αλλά έχει συμπεριληφθεί και στους σύγχρονους κυρίαρχους πολιτισμούς. Αυτή είναι η μεγάλη του αξία. Ο οικουμενικός του χαρακτήρας. Δεν μπορεί να επανα-εθνικοποιηθεί,(όπως οτιδήποτε σύγχρονο έχει πάρει οικουμενικές διαστάσεις: ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Καζαντζάκης, η Ζατέλη, ο Κακογιάννης, ο Αγγελόπουλος, ο Λύτρας, ο Βολονάκης, ο Γκίκας, η Κάλλας, ο Θεοδωράκης, ο Τερζόπουλος κλπ. κλπ.)
Το πρόβλημα της συνέχειας του Ελληνικού πολιτισμού είναι ένα συναφές ζήτημα και μια εκκρεμότητα (Νεοελληνική) που κρατάει πάνω από εκατόν πενήντα χρόνια. Το πνεύμα αυτάρκειας (πολιτισμικής), που μας χαρακτηρίζει και που μας εμποδίζει να κατανοήσουμε την σημερινή μας κατάσταση, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο πρόβλημα της πολιτισμικής συνέχειας. Σύμφωνα με αυτήν ο Νεοελληνικός πολιτισμός σε μια αδιάσπαστη ενότητα με τον Αρχαίο δημιουργούν ένα επαρκές και ολοκληρωμένο πολιτισμικό σύστημα, ηγεμονικό, ανά τους αιώνες. Τίποτα πιο εσφαλμένο και ανακριβές. Τα πολιτισμικά ζητήματα έχουν την ιστορική τους διάσταση. Άλλο η κληρονομιά του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού (που ανήκει βέβαια σε μας αλλά ταυτόχρονα και σε όλη την οικουμένη) και άλλο ο νεοελληνικός πολιτισμός των νεότερων ιστορικών χρόνων (που είναι κατά βάσην συγκροτημένος πάνω στις επιρροές από τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό)
Το γλωσσικό δεν μπορούμε σήμερα να το αντιμετωπίσουμε παρά μόνο σαν ένα ζήτημα που συνδέεται με τον Νεοελληνικό πολιτισμό και το μέλλον του (γιατί συχνά προστρέχουμε και στα αρχαία Ελληνικά).
Ο Νεοελληνικός πολιτισμός είναι υποχρεωμένος να διατηρήσει την ετερότητά του, (στο βαθμό που υπάρχει κι αξιολογείται ως σημαντική). Να αγωνιστεί γι αυτό, μέσα σε συνθήκες πολιτισμικής ομογενοποίησης, αφήνοντας πίσω τις θεωρίες πολιτισμικής αυτάρκειας, αποκτώντας μια νέα αυτογνωσία και οικουμενική αντίληψη των πραγμάτων. Μόνο έτσι μπορεί να διεκδικήσει μια θέση στον σύγχρονο κόσμο.

Χρήστος Μήλιος

Αναδημοσίευση από το site www.pokethe.gr