“Περάσαμε τους ίδιους δρόμους

αλλά δεν είδαμε τα ίδια πράγματα”

θ. Μουτσόπουλος, Υψιπετείν


Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024

 

Στον άνθρωπο, που παρά την απόπειρα δηλητηρίασης του, επέστρεψε στη χώρα του, γνωρίζοντας τους κινδύνους, για να δολοφονηθεί τελικά από το αιματοβαμμένο καθεστώς του Πούτιν. Σ’ αυτόν, τον ΑΛΕΞΕΪ ΝΑΒΑΛΝΙ, ένας αποχαιρετισμός με ένα ποίημα της μεγάλης Ρωσίδας ποιήτριας ΑΝΝΑΣ ΑΧΜΑΤΟΒΑ:

Όχι, δεν ζήτησα τον ξένον ουρανό,

ούτε φτερούγας ξένης προστασία –

ήμουν με τον λαό μου τότε εδώ

όπου ο λαός μου ζούσε μες στη δυστυχία.

                                                                                                  Ρέκβιεμ  (1961)

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2024

 

Ο Πέτρος Μαρτινίδης και η Σώτη Τριανταφύλλου σε μια συζήτηση με αφορμή το «Όπιο των διανοουμένων» του Ρεϋμόν Αρον


Πέτρος Μαρτινίδης: Συνέντευξη στην www.athensvoice.gr/ με αφορμή το βιβλίο «Το όπιο των διανοουμένων» του Ρεϊμόν Αρόν που μετέφρασε (εκδόσεις της Athens Review of Books)

Ο ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ. μιλάει για τον Ρεϊμόν Αρόν, για τον Σαρτρ, για τα σύγχρονα προβλήματα της αριστεράς και για τον ρόλο των διανοουμένων

 


 Σ.Τ ― Μεταφράσατε το βιβλίο του Raymond Aron «Το όπιο των διανοουμένων», ένα έργο που εξετάζει, μεταξύ άλλων, τους μύθους της Αριστεράς και τις αριστερές ιστορικές αφηγήσεις. Στον σύντομο πρόλογό σας γράφετε ότι στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970 στο Παρίσι, έχοντας εγκύψει στη σαρτρική «Κριτική του Διαλεκτικού Λόγου» και στις έννοιες της «αυθεντικότητας» και της «αμοιβαιότητας» του homo existentialis, δεν βρήκατε στο βιβλίο του Aron μια συστηματική επιχειρηματολογία κατά του φανατισμού και του μηδενισμού —ό,τι ουσιαστικά επεδίωκε ο συγγραφέας—, αλλά μάλλον ένα εγκώμιο του σκεπτικισμού. Όμως εκείνη η εποχή ζητούσε οδηγούς για δράση. Και προσθέτετε ότι αυτή η πρόσληψη του «Οπίου των διανοουμένων» ήταν «προσωπικό σας σφάλμα». Στην πραγματικότητα, το «σφάλμα», νεανικό έτσι κι αλλιώς, ήταν αποτέλεσμα της αφόρητης πίεσης των ομοτίμων κάτω από την οποία πολλές γενιές εμποδίστηκαν να σκέφτονται ατομικά και έκαναν επιλογές με αγελαίο πνεύμα.

Π.Μ.  Στο Παρίσι του 1971 άρχιζα μεταπτυχιακές σπουδές. Η Ελλάδα τελούσε υπό χούντα κι οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί στο Βιετνάμ συνεχίζονταν, ενώ διαφαινόταν η νίκη των Βιετκόνγκ. Η γαλλική νεολαία θρηνούσε τον Τσε Γκεβάρα και γιόρταζε την εκατονταετηρίδα από την Κομμούνα. Είχαμε τον Μάη του 1968 ελάχιστα πίσω μας και όλο το μέλλον μπροστά μας. Η ανοησία ολκής —«καλύτερα να έχεις άδικο με τον Σαρτρ παρά δίκιο με τον Αρόν»— ακουγόταν απολύτως πειστική. Να μην είσαι αριστερός σήμαινε να διανύεις προχωρημένη κλιμακτήριο. Σαρξ και Μαρξ πήγαιναν αντάμα. Κι ο υπαρξισμός έγινε αγαπητός στους ευρωπαίους αριστερούς για τον ίδιο λόγο που ο αριστοτελισμός αγαπήθηκε από τους χριστιανούς: έδινε έναν «σκοπό» στη ζωή – την αναζήτηση της «αυθεντικότητας», την απόρριψη κάθε κομφορμισμού. Όπως η αριστοτελική εντελέχεια αποφαίνεται ότι τα αυγά γίνονται κοτόπουλα ή τα κουκούτσια του σταφυλιού κλήματα, για να ενεργοποιηθεί το εσωτερικό δυναμικό τους. Αλλά όταν συγκρούονται δυο μπάλες του μπιλιάρδου, οι νόμοι του Νεύτωνα καθορίζουν το τι θα συμβεί στη συνέχεια, όχι κάποιος μεγαλειώδης υπολανθάνων σκοπός. Δεσμευμένος στην εποχή του, ο Αριστοτέλης τα έλεγε λάθος∙ ομοίως και ο Μαρξ, που επίσης ανίχνευε έναν «σκοπό» στην Ιστορία.

Αυτά, όμως, τα λέω τώρα, ως «ομότιμος» και σε προχωρημένη κλιμακτήριο. Δεν αντιλαμβάνομαι πώς εννοείτε την «αφόρητη πίεση των ομοτίμων».

― Ως peer pressure, ως «πίεση των συνομηλίκων», ως υποταγή στην αγέλη… Ένα νεανικό χαρακτηριστικό που μπορεί να παραταθεί μέχρι την ηλικία των πολιοκροτάφων.

Ευχαριστώ για την ευγενική αναδιατύπωση της κλιμακτηρίου. Πάντως ο Σαρτρ και η Μποβουάρ δεν είχαν ακαδημαϊκές θέσεις. «Κήρυσσαν» μέσω άρθρων και βιβλίων. Μόνο ο Μερλώ-Ποντύ είχε έδρα στο Collège de France, όπου αναμίγνυε μαρξισμό και φαινομενολογία, δικαιώνοντας, ενδιαμέσως, τις «δίκες της Μόσχας». Το ότι παρέσυραν κόσμο στις δικές τους επιλογές ισχύει, βέβαια, καθώς και η αντίφαση ότι αναζητώντας την «αυθεντικότητα» κατέληγες να ενταχθείς στο κοπάδι των οπαδών τους. Η καταδίκη της παραδοσιακής αυθεντίας έχριζε τους ίδιους σε νέες αυθεντίες. Ωστόσο, η έμφαση που το 1945 έδινε ο Σαρτρ στην ελεύθερη προσωπική επιλογή (στο «Ο υπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός»), ενόσω παρέμενε πολύ καλός φίλος με τον Αρόν, διατηρεί την αξία της. Εξαιτίας των γραπτών του Σαρτρ, άλλωστε, βρέθηκα να διαβάζω τον Αρόν το 1971 ή 1972, σε μια επανέκδοση του «Οπίου των διανοουμένων» από τον οίκο Gallimard. Η μετριοπάθειά του δεν μπορούσε να συγκινήσει έναν 25χρονο, και μάλιστα Έλληνα σε περίοδο χούντας. Ένας οδηγός για κατασκευή βομβών θα μου φαινόταν, τότε, προτιμότερος. Το παν ήταν να φύγει η χούντα.

― H κατασκευή βομβών συγκινεί νέους και γενιές χωρίς αυτό το υπόβαθρο. Ανέκαθεν η νεανική ηλικία συνδεόταν με cheap thrills: γυμνότητα, καταστροφή δημόσιας και ξένης περιουσίας —όλα όσα έκαναν οι νέοι και οι όχι και τόσο νέοι τον Μάιο του ’68. Δεν χρειαζόταν να είσαι Έλληνας επί χούντας για να θέλεις να πυρπολήσεις τον κόσμο.

Σωστά. Αλλά το τι σήμαινε «σοβιετικός ολοκληρωτισμός», ζήτημα που έφερε σε αντιπαράθεση τους Σαρτρ-Αρόν, έπρεπε να διαβάσω πολλά πολλά ακόμα, ώσπου να καταλάβω πόσο εφάμιλλος του φασισμού ήταν τελικά. Κι ενώ ζούσα σε μια Γαλλία όπου ένα μηνιαίο περιοδικό Hara-Kiri κι ένα εβδομαδιαίο Charlie κυκλοφορούσαν ελεύθερα, χλευάζοντας συλλήβδην τις έννοιες «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια», περίμενα μια προλεταριακή επανάσταση να φέρει την τέλεια κοινωνία!

 ― Ήδη από το 1927, ο Julien Benda έκανε λόγο για την «προδοσία» των διανοουμένων, των «clercs» όπως τους ονόμαζε τότε αναφερόμενος στις λεγόμενες «κληρικές αρχές»: στην ομορφιά, στη δικαιοσύνη, στην αλήθεια, τις οποίες θεωρούσε οικουμενικές και ορθολογικές. Ο Μπεντά αναφερόταν στον πειρασμό του φασισμού, στον οποίον υπέκυψαν πολλοί Ευρωπαίοι διανοούμενοι· ο Raymond Aron αναφέρεται στον πειρασμό του κομμουνισμού: ο πρώτος πειρασμός κατέρρευσε στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο δεύτερος, παρά τις διαδοχικές διαψεύσεις, είναι ακόμα ενεργός. Φαίνεται πως, αν δούμε, για λόγους που ευνοούν την έρευνα, τους «διανοουμένους» ως λίγο-πολύ συμπαγή κοινωνική ομάδα, τείνουν να ενστερνίζονται και να διαδίδουν δόγματα, πολιτικές θρησκείες.

Ο Ζυλιέν Μπεντά καλούσε τους «ομότιμους», για να μείνω στην ορολογία σας, να μην περιμένουν να γίνουν ομότιμοι ώστε να αποκτήσουν μετριοπάθεια κι ενάργεια. Να μην εμπλέκονται σε πολιτικά πάθη, εθνικισμούς ή φυλετικές προκαταλήψεις, μα να υπηρετούν ανιδιοτελώς τις «κληρικές αρχές» που αναφέρετε. Με τον «κληρικό» ως μετωνυμία μιας σχεδόν υπερκόσμιας ευθυκρισίας. Την εποχή που έγραφε την «Προδοσία των διανοουμένων» (1927), ο κίνδυνος για την Ευρώπη προερχόταν πράγματι από την άκρα δεξιά. Η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία –η «αστική δημοκρατία», όπως εξακολουθούν να την αποκαλούν στο ΚΚΕ, λες και υπάρχει άλλη– έδειχνε χαοτική κι αναποτελεσματική. Ποιητές σαν τον Έζρα Πάουντ ή φιλότεχνοι σαν τη Γερτρούδη Στάιν είχαν γίνει θαυμαστές του Μουσολίνι. Ακόμα και ο Μπεντά ήταν έτοιμος να δείξει κατανόηση στους φόνους που διέπρατταν οι κομμουνιστές, επειδή το έκαναν στο όνομα των αδικημένων! Τα «άκρα» ασκούσαν μια εύλογη γοητεία.

Ο «Αιώνας των άκρων», κατά τον εύστοχο τίτλο του Χόμπσμπαουμ, παρήλθε· στην παροξυσμική εκδοχή του τουλάχιστον. Ωστόσο, οι ακραίοι πειρασμοί παραμένουν ενεργοί, επειδή οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες εκλαμβάνονται ως δεδομένες. Οι νεότεροι ξεχνούν πως η αναζήτηση κάτι καλύτερου έδωσε ολέθρια αποτελέσματα. Όσο για τους «διανοούμενους», δύσκολα θα τους έβαζα σε «συμπαγή ομάδα». (Ο Αλέν Μπαντιού, φερ’ ειπείν, δεν χωρά δίπλα στον Πασκάλ Μπρυκνέρ, ούτε ο Σλάβοϊ Ζίζεκ δίπλα στον Τόνυ Τζαντ). Εξάλλου, πάντα βρίσκεται κάποιος να σώσει την τιμή του σιναφιού: ο Μπεντά πριν τον πόλεμο, ο Τσέσλαφ Μίλος ή ο Αρόν αμέσως μετά. Όποιοι, πάντως, ενστερνίζονται πολιτικές θρησκείες και διαδίδουν δόγματα θυμίζουν τον επικήδειο του επισκόπου του Καρλάιλ για τον Κάρολο Δαρβίνο, το 1882, όταν έκρινε «παράλογη την ιδέα να υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στη γνώση της φύσης και την πίστη στον Θεό». Αν μπορούσε να τον ακούσει, πιθανόν να συμφωνούσε κι ο Δαρβίνος. (Δίσταζε επί χρόνια να εκδώσει την «Καταγωγή των ειδών», κατανοώντας τι σήμαινε για την «αρχή της Δημιουργίας».) Η αντίφαση υπάρχει, όμως, και είναι κραυγαλέα. Κι όπως τα σχολικά βιβλία ιστορίας αποσιωπούν το ότι οι διώξεις Εθνικών, μετά την εδραίωση του Χριστιανισμού, είχαν πολύ περισσότερα θύματα από όσα οι διώξεις Χριστιανών από ρωμαίους αυτοκράτορες, οι αριστεροί διανοούμενοι καταδικάζουν κάθε μορφή καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, παραβλέποντας την απολυταρχία του Λένιν και τις σταλινικές θηριωδίες.

Ο Αρόν είδε από πολύ κοντά αυτές τις κραυγαλέες αντιφάσεις, σε μια Γαλλία το Κομμουνιστικό Κόμμα έπαιρνε 30% στις διαδοχικές εκλογές μετά το 1945, και τις καταδίκασε ευθαρσώς. Πληρώνοντας την παρρησία του με το να χάσει νεανικούς φίλους και συντρόφους από την Αντίσταση. Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι σχετικό συνέβη σε κάποιους και εδώ, με το περίφημο «δημοψήφισμα» του 2015.

  ― Δεν πειράζει. Ας ξεκαθαρίζουμε τις κοινωνικές μας σχέσεις. Από το 1955, όταν εκδόθηκε το «Όπιο των διανοουμένων», οι διανοούμενοι —όχι μόνον οι ιδιαιτέρως προβεβλημένοι Γάλλοι— έχουν χειροκροτήσει με πιθανώς υπερβάλλοντα ενθουσιασμό την Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα και τα κινήματα του Μαΐου του 1968, ενώ, αν και κατά καιρούς εξέφραζαν επιμέρους αντιρρήσεις, στήριξαν το αφήγημα του σοβιετικού μπλοκ σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Μάλιστα, πολλοί είδαν την ισλαμική επανάσταση στο Ιράν ως αντι-ιμπεριαλιστικό και «πνευματικό» κίνημα. Στις παρενέργειες της οπιοφαγίας ίσως πρέπει να προστεθούν η τυφλότητα και η μεθοδευμένη προσπάθεια τύφλωσης των άλλων.

Δεν θα χαρακτήριζα την προσπάθεια «μεθοδευμένη». Οι διανοούμενοι, όσο και οι ηθοποιοί ή οι τραγουδιστές, θέλουν να αρέσουν. Πάσχουν από «σύνδρομο Μεφίστο», θα έλεγα αναφερόμενος στον Κλάους Μαν. Ο Σαρτρ ίσως παρέμενε φίλος του Αρόν, αν η άλλη πλευρά δεν του πρόσφερε τόση δημοφιλία και παγκόσμια προβολή. Αφήστε που όλοι θα θέλαμε να είμαστε παρόντες την ημέρα της Αποκάλυψης. Θα ήταν εντυπωσιακό να αντικρίσουμε τον ίδιο τον Παράδεισο, έστω και αν κάποιοι αποκλειστούμε ως άθεοι. Ε, λοιπόν, η Κίνα έμοιαζε με σφυρηλατούμενο Παράδεισο για τους μαοϊκούς Γάλλους του 1968. Για τους Κινέζους ας μη γίνεται λόγος… Από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, η «Πολιτιστική Επανάσταση» τέτοια εντύπωση έδινε. Πρωτεύουσα της αθεΐας από την εποχή του Βολταίρου, η Γαλλία εκδήλωνε την καταπιεσμένη της θρησκευτικότητα ασπαζόμενη μύθους για εκλεκτούς λαούς, που βρίσκουν τον δρόμο τους στην έτσι κι αλλιώς μοιραία πορεία της Ιστορίας προς τον κομμουνισμό, χωρίς να μπλέκονται στα αδιέξοδα της αστικής ανάπτυξης. Με άλματα της βούλησης μέσα σε επαναστατικό πυρετό. Ίδιο θαυμασμό έδειξαν οι Γάλλοι δέκα χρόνια αργότερα και για την επανάσταση στο Ιράν, όπως πολύ σωστά λέτε. Με πρωτοπόρο τον «μέγα» Μισέλ Φουκώ που από το 1961, στο βιβλίο του «Ιστορία της τρέλας», θεωρούσε την αντίθεση Λόγου-Παραφροσύνης μια προκατάληψη του 17ου αιώνα∙ μια καταπιεστική διάκριση του Διαφωτισμού, την οποία οι οπαδοί του Χομεϊνί υπερέβαιναν με τα δικά τους άλματα προς την ιδεώδη κοινωνία δικαιοσύνης και συντροφικότητας. Για τους ίδιους τους Ιρανούς και κυρίως τις Ιρανές, που από την καταπίεση του Σάχη βρέθηκαν στην τρισχειρότερη καταπίεση των αγιατολάχ, ας μη συζητάμε και πάλι…

― Οι περισσότερες Ιρανές σήμερα έχουν εσωτερικεύσει την κατάσταση που επιβάλλει το ισλαμιστικό καθεστώς. Στα μαστιγώματα όσων παραβιάζουν τις διατάξεις περί χιτζάμπ, συμμετέχουν γυναίκες. Δεν πρέπει να υποτιμάμε την έξαψη που προσδίδει η υπακοή.

Στο «Ο βασιλιάς Ιωάννης», ο Σαίξπηρ μιλούσε για τη «νοστιμιά της δουλοφροσύνης». Αν η εσωτερίκευση ενός αποτρόπαιου ισλαμισμού περιλαμβάνει τις «περισσότερες Ιρανές» δεν το ξέρω. Αλλά η δυσκολία να ξεφύγει το πλήθος από παραδόσεις ισχύει, αλίμονο. Το «η καλύτερη εποχή να ζεις είναι όταν σχεδόν όλα όσα νόμιζες πως ήξερες είναι λανθασμένα», που λέει κάποιος στο θεατρικό έργο «Αρκαδία» του Τομ Στόπαρντ, δεν το συμμερίζονται πολλοί διανοούμενοι. Συνήθως περιμένουν, όπως οι επενδυτές στο χρηματιστήριο, να αποδώσουν όσα μπήκαν στον κόπο να σχηματοποιήσουν στο μυαλό τους… Η «οπιοφαγία» τούς τυφλώνει, πράγματι, αλλά τους επιτρέπει να νομίζουν ότι διακρίνουν ένα φως στο βάθος του σκοταδιού.

 ― Ένα από τα στοιχεία που αιφνιδιάζουν τον αναγνώστη του βιβλίου είναι ότι, μολονότι έχουν μεσολαβήσει μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές, μοιάζει να γράφτηκε για το σήμερα. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των διανοουμένων παραμένουν αναλλοίωτα: τάση για καταστροφική και όχι δημιουργική επανάσταση, περιφρόνηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας χάριν κάποιου αόριστου κοινωνικού Επέκεινα, φανατισμός, παραποίηση της ιστορίας, προσηλυτισμός και χειρισμός των μαζών, αντιδυτικισμός· ανειλικρινής ιστορική συνείδηση.

«Αντιδυτικισμός» σημαίνει, κατά βάθος, Αντι-Διαφωτισμός και ανορθολογισμός. Εκεί συναντώνται η άκρα Αριστερά με την άκρα Δεξιά. Μεταξύ πρώτης και δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης, στις αρχές του 19ου αιώνα, όλος ο ρομαντισμός ήταν μια ραγδαία αντίδραση σ’ έναν κόσμο που η ανάπτυξη των επιστημών τον καθιστούσε αφόρητα πεζό. Χανόταν η αίσθηση του μαγικού, η εμπιστοσύνη σ’ ένα ονειρώδες Επέκεινα. Εξ ου η έμφαση στο πάθος, στο ένστικτο, στην πηγαία έμπνευση του καλλιτέχνη. Από τον ρομαντισμό, άλλωστε, ξεπήδησαν εξίσου φλογεροί επαναστάτες και αντεπαναστάτες, ενώ το απόφθεγμα του Ζοζέφ ντε Μεστρ —«δεν καθορίζουν οι άνθρωποι την επανάσταση, η επανάσταση είναι εκείνη που χρησιμοποιεί τους ανθρώπους»— το υιοθέτησε απολύτως ο Λένιν, έναν αιώνα αργότερα. Μεταξύ δεύτερης και τρίτης βιομηχανικής επανάστασης, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ευνόησαν όλα τα πάθη, ρομαντικά όσο και απολύτως κτηνώδη. Αλλά μεταξύ τρίτης και τέταρτης, μαζί με τους πρώτους προσωπικούς υπολογιστές στις αρχές του 1960 εμφανίζεται πάλι μια παραλλαγή του ρομαντισμού: μια σειρά μεταδομιστών θεωρητικών (Φουκώ, Ντελέζ, Ντερριντά κ.λπ.), οι οποίοι δοξάζουν τον Χάιντεγκερ ή τον Πωλ ντε Μαν και άλλους συνεργάτες των Ναζί, καθιστώντας τον μεταμοντερνισμό και την αποδόμηση ένα είδος νεο-ρομαντισμού. Κατηγορούν εκ νέου τον Διαφωτισμό, όχι πλέον γιατί κλονίζει την εμπιστοσύνη στο θείο και διώχνει τις νεράιδες από τους κήπους, αλλά γιατί φέρει, δήθεν, άμεση ιστορική ευθύνη για τα Γκουλάγκ και το Άουσβιτς.

 ― Όχι ότι εξισώνει κανείς τα Γκουλάγκ με το Άουσβιτς…Πάντως, στο συγκείμενο της αριστερής τυραννίας, ο Raymond Aron βρήκε τη θέση του στη Γαλλία: στην Ελλάδα, είχε οστρακιστεί· τον κατηγορούσαν για πράκτορα της CIA — η γνωστή καραμέλα. Αλλά και η Le Monde ισχυριζόταν, μέχρι σχετικά προσφάτως (θυμάμαι σχετικό δημοσίευμα το 2006), ότι η CIA στρατολογούσε «δεξιούς» Ευρωπαίους διανοουμένους. Για τη NKVD και την KGB δεν έγραψε ποτέ τίποτα.

Ίσως πρέπει να σημειώσουμε, ως εξαίρεση, το σκάνδαλο των «πέντε του Κέμπριτζ», μεταξύ 1950-1960. [Αν και οι Cambridge Five ξεκίνησαν ως κομμουνιστές φοιτητές από τη δεκαετία του 30, όταν ο κομμουνισμός ήταν της μόδας: épater le bourgeois] Όταν επιφανείς άγγλοι ακαδημαϊκοί αποδείχθηκαν σοβιετικοί κατάσκοποι. Τότε γράφηκαν αρκετά για όσους στρατολογούσε το Κρεμλίνο.

 ― Ανέξοδα για τους Ευρωπαίους κατασκόπους. Στις ΗΠΑ, δημιουργήθηκε επιθετικοαμυντικό σύστημα εναντίον τους —αλλά όχι στην Ευρώπη, παρότι οι Philby και Σία «αναγκάστηκαν» να εγκατασταθούν στη Σοβιετική Ένωση. Ο Αnthony Blunt πήρε άφεση αμαρτιών…

Γενικά, πάντως, αριστερά όσο και αστικά έντυπα είναι πρόθυμα να προβάλλουν φήμες περί «πληρωμένων κονδυλοφόρων» της αντίδρασης, γενικά, ή της CIA, συγκεκριμένα. Το 1950, ο Αρόν έλαβε μέρος σε ένα συνέδριο «για την ελευθερία της κουλτούρας», το οποίο χρηματοδοτούσε το Ίδρυμα Φορντ. Μολονότι αυτό δεν άλλαξε σε τίποτα τις απόψεις του, άρκεσε για να τον αποκαλέσουν «πράκτορα». Τα ίδια λέγονται σήμερα για εξαίρετους ιστορικούς όπως ο Τίμοθι Σνάιντερ ή η Αν Άπλμπαουμ. Ο αφορισμός του Σαρτρ «chaque anticommuniste est un chien» –κάθε αντικομμουνιστής είναι σκυλί–, με το σκυλί να νοείται ως επιτομή του υπάκουου στο αφεντικό του ζώου, εξηγεί αυτομάτως πως μόνο μίσθαρνοι της CIA επικρίνουν το ιδεώδες μιας τέλειας κομμουνιστικής κοινωνίας.

 ― Το «Όπιο των διανοουμένων» είναι μια ανατομία της μαρξιστικής ιδεολογίας, της ερμηνείας της και της πρακτικής της εφαρμογής στην πρόσληψη του κόσμου. «Το σφάλμα, αγαπητέ Βρούτε, δεν είναι στ’ αστέρια· είναι μέσα μας· είμαστε υποτακτικά ανθρωπάκια». O Aron φαίνεται να εντοπίζει το λάθος όπου εντοπίζεται στον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σαίξπηρ.

Ο Αρόν είχε μελετήσει σε βάθος τον Μαρξ. Τον δίδασκε στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών επί χρόνια κι εκτιμούσε ιδιαίτερα το ύφος του. Πολύ περισσότερο από το ύφος του Αλεξίς ντε Τοκβίλ, μολονότι εκείνου τις φιλελεύθερες απόψεις επιδοκίμαζε. Καταλάβαινε, όμως, ότι βασικές μαρξιστικές έννοιες, όπως «προλετάριος» ή «υπεραξία», δεν ίσχυαν στη νεότερη οργάνωση της βιομηχανικής παραγωγής· ήταν ήδη παρωχημένες, με τα όριά τους να γίνονται ολοένα πιο ασαφή, ζώντος του Μαρξ. Κι όπως αποδεικνύει στο βιβλίο του, οι μεταρρυθμίσεις φέρνουν, σταδιακά, ό,τι μια επανάσταση επιδιώκει με τη βία. Αλλά οι μεταρρυθμίσεις μοιάζουν νωθρές, ανίκανες να εξάψουν πνεύματα που αναζητούν μια κοσμική πίστη. Έτσι, η «ιδεατή απελευθέρωση», την οποία θα φέρει η επαναστατική ρήξη, μοιάζει απείρως πιο γοητευτική από την «πραγματική απελευθέρωση», την οποία φέρνουν οι μειώσεις ωραρίων εργασίας και η σταδιακή βελτίωση των μισθών κατά την, έστω άνιση στον καπιταλισμό, κατανομή ενός αυξανόμενου εθνικού εισοδήματος.

Το να αποδίδεται «το σφάλμα στ’ αστέρια», και να προσπαθούμε να αλλάξουμε τις τροχιές τους, έχει σίγουρα κάτι πιο ηρωικό από το να ζητάμε περισσότερη αξιοκρατία ή καλύτερο σύστημα δημόσιας υγείας. Αλλά, μετά τόσες διαψεύσεις μεσσιανικών οραμάτων, είναι αφόρητη εθελοτυφλία να επιμένουμε στα ίδια. Στο «Ιούλιος Καίσαρ», ο Κάσσιος μιλά, πράγματι, για «underlings» – ανθρωπάκια. Και στο «Σαίξπηρ, ο σύγχρονός μας», ο σπουδαίος πολωνός θεατρολόγος Γιαν Κοττ μιλούσε για την «τραγικότητα της Ιστορίας» ως το τίμημα που πρέπει να καταβάλλει κάθε τόσο η ανθρωπότητα, με όσους νομίζουν ότι βλέπουν προς τα πού κατευθύνεται η Ιστορία κι αγωνίζονται να επισπεύσουν την πορεία της, προκαλώντας εκατόμβες. Περίπου είκοσι χρόνια πριν τον Κοττ, ο οποίος περίμενε να πεθάνει ο Στάλιν και να βρεθεί στις ΗΠΑ για να εκδηλώσει τον αντισταλινισμό του, ο Αρόν τα εξηγούσε πολύ πιο έγκαιρα, έντιμα και άμεσα.

― Ίσως οι νεότεροι, διαβάζοντας το «Όπιο των διανοουμένων» να αναγνωρίζουν κάποιες μετατοπίσεις των ιδεολογικών ψευδολογιών: για παράδειγμα, σήμερα, την κατηγορία περί αντισημιτισμού έχει υποκαταστήσει η κατηγορία της ισλαμοφοβίας. Το υπόστρωμα παραμένει όμοιο: μια σαρωτική ιδεολογική ορθοδοξία που απαγορεύει τις αποκλίσεις, τις αιρέσεις.

Το κρίσιμο, σήμερα, νομίζω πως είναι ο λαϊκισμός — εκεί οι ιδεολογικές ψευδολογίες γίνονται επικίνδυνες. Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ συνιστά απειλή για την υφήλιο, χειρότερη από την πιθανή εκλογή της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Οι αιρετικοί δεν καίγονται πια στην πυρά, περνούν όμως εύκολα στο περιθώριο. Οι δημαγωγοί θριαμβεύουν και οι θρησκευτικές συγκλίσεις αναζωπυρώνονται, σαν να βρισκόμαστε στον 16ο αιώνα. Δείτε, στην Ελλάδα, την κοινή υποστήριξη της Ρωσίας του Πούτιν από ακροδεξιούς κι από κομμουνιστές. Η ισλαμοφοβία δεν είναι μια άρρωστη προκατάληψη, όπως ο αντισημιτισμός. Μου φαίνεται μάλλον εύλογη, δεδομένου ότι εκεί που περπατάτε σε μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα μπορεί κάποιος «τρελός του Αλλάχ» να πάρει ένα μαχαίρι για να σας σφαγιάσει, ως «άπιστη». Και το κακό, στις μέρες μας, είναι ότι οι «τρελοί του Αλλάχ» έχουν ευνοήσει τους «τρελούς του Γιαχβέ», με αποτέλεσμα να αλλάζει πλέον ο κοσμικός χαρακτήρας που είχε από ιδρύσεώς του το κράτος του Ισραήλ… Έτσι όπως συνεχίζεται ο πόλεμος στη Γάζα, από όαση ευρωπαϊκού Διαφωτισμού εν μέσω ισλαμικού Μεσαίωνα, το Ισραήλ κινδυνεύει να καταλήξει σε θεοκρατία, σαν αυτή που περιέγραφε ο Ιώσηπος τον 1ο μεταχριστιανικό αιώνα.

― Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στην Ευρώπη έχει ανοίξει επιτέλους κάποιος διάλογος που να υπερβαίνει τη διαίρεση Αριστεράς-Δεξιάς; Ή ότι διαιωνίζεται η διαλεκτική του Καλού (Αριστεράς) που μάχεται εναντίον του Κακού (Δεξιάς);

Στην Ευρώπη, ο διάλογος έχει ανοίξει από χρόνια. Εντάθηκε με την εκλογή Μακρόν, στη Γαλλία, και συνεχίζεται.

Ούτε στη Γαλλία, ούτε στις ΗΠΑ ακούω αυτή η συζήτηση, αν και μου φαίνεται άκρως αναχρονιστική· θα περίμενα να έχει τελειώσει όπως περίμενα να έχει τελειώσει η περί θεού αυταπάτη. Στην Ελλάδα, το ΚΚΕ, με το να γράφει την ιστορία όπως το βολεύει, μαζεύει ψηφαλάκια. Και βεβαίως τον «σεβασμό» που θεωρεί ότι του οφείλουμε.

Στην Ελλάδα, θεωρώ ότι άνοιξε εκ των πραγμάτων, μετά τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Παραμένει ως vintage το ΚΚΕ, ανταγωνιζόμενο επάξια την Εκκλησία στην κατήχηση των νέων. Ελπίζω το «Όπιο των διανοουμένων», συνοδευόμενο μάλιστα από ένα εξαιρετικό δοκίμιο του καθηγητή πολιτικής φιλοσοφίας Περικλή Βαλλιάνου, να συμβάλει σχετικά. Από το 1955, ήδη, ο Αρόν απεδείκνυε πόσο παρωχημένη είναι η διαίρεση Αριστεράς-Δεξιάς, παραμονές της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης. Τώρα, ενώ ξεκινά μια τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η «διαλεκτική του Καλού (Αριστεράς) εναντίον του Κακού (Δεξιάς)» εξελίσσεται στο δίλημμα «κοινωνία της γνώσης» ή κοινωνία της απόγνωσης – φονταμενταλισμών, αιματοκυλισμάτων και άφθονης αερολογίας. Ζώντας στο Παρίσι, ο Σαρτρ εγκωμίαζε τη Μόσχα, καίτοι γνώριζε πολύ καλά ότι το αντίστροφο —να ζει στη Μόσχα και να εγκωμιάζει το Παρίσι— θα ήταν αδιανόητο. Οι φιλελεύθερες δυτικές κοινωνίες στις οποίες ζούμε απειλούνται, πλέον, από λόγιους μυσταγωγούς της αποδόμησης, όσο κι από αναλφάβητους νεαρούς οπαδούς του χουλιγκανισμού, φονταμενταλιστές του Ισλάμ ή λαϊκιστές δημαγωγούς.

Τρίτη 31 Μαΐου 2022

Τι νέο με τον νέο ψυχρό πόλεμο;

 ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ  23 ΜΑΪ 2022

    ΜΑΡΙΟΥΠΟΛΗ: Μαρτυρική πόλη

Η ένταξη της Φιλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί το πιο εντυπωσιακό πειστήριο ότι ο Κόσμος έχει αλλάξει. Δύο πατρίδες της ιστορικής Σοσιαλδημοκρατίας, η πρώτη μισοαιχμάλωτη της λογικής των σφαιρών ισχύος του μεταπολεμικού κόσμου (φιλανδοποίηση), η δεύτερη σύμβολο της ουδετερότητας μεταξύ των δύο μεταπολεμικών συνασπισμών, αλλάζουν σελίδα και εποχή. Το κάνουν με το δικαίωμα που έχει ένα σύγχρονο Κράτος να επιλέγει τον τρόπο που διαφυλάσσει την εθνική του κυριαρχία και ακεραιότητα απέναντι σε ό,τι και όποιον αισθάνεται ως απειλή. Είναι το ίδιο που αισθάνθηκαν και έκαναν τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη του πρώην σοβιετικού μπλοκ μετά το 1989-92. Σε πείσμα των επιχειρημάτων των «ρεαλιστών» που ανάγουν σε δικαίωμα των μεγάλων Δυνάμεων να επιβάλουν σφαίρες επιρροής ερήμην της θέλησης των εθνικών κοινωνιών.

Το διάβημα των δύο χωρών γίνεται ενόψει ενός νέου ψυχρού πολέμου που δρομολογήθηκε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη συσπείρωση των Δημοκρατιών που αυτή επέφερε - προς δόξαν των τραγικά εσφαλμένων υπολογισμών του καθεστώτος Πούτιν. Είναι ακόμα νωρίς να δούμε τις διαστάσεις και τις μορφές αυτού του νέου ψυχρού πολέμου. Ξέρουμε ότι επίκεντρό του είναι η αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας, αλλά δεν ξέρουμε αν και πώς θα αρθρωθεί με τον γενικότερο ανταγωνισμό Αμερικής – Κίνας. Άλλωστε η Κίνα κρατά σχεδόν κλειστά τα χαρτιά της σε σχέση με τον πόλεμο της Ουκρανίας, και η Δύση δεν έχει κανένα συμφέρον να παγιωθεί μια συμμαχία Ρωσίας-Κίνας. Πέρα όμως από την γεωπολιτική, ο νέος ψυχρός πόλεμος έχει μια έντονη ιδεολογική διάσταση. Η εισβολή στην Ουκρανία συνέβη σε μια περίοδο υποχώρησης των Δημοκρατιών στον Κόσμο και διάδοση των νέων αυταρχικών καθεστώτων στα χέρια «ισχυρών» υποτίθεται ηγετών. Δεν ήταν μια απλή ποσοτική αλλαγή. Τα αυταρχικά καθεστώτα απεύθυναν μια ευθεία πρόκληση στη φιλελεύθερη δυτική δημοκρατία, διεκδικούσαν ότι είναι περισσότερο αποτελεσματικά, ηθικά και λαϊκά. «Η φιλελεύθερη ιδέα είναι ξεπερασμένη» δήλωνε ο Πούτιν το 2019, ενώ ο πατριάρχης Κύριλλος κατακεραύνωνε τον δυτικό ηθικό ξεπεσμό με παράδειγμα την κουλτούρα των ΛΟΑΤΚΙ. Όμως, η υποχώρηση της Δημοκρατίας σημειωνόταν και στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών με την ανάδυση των ποικιλόχρωμων λαϊκισμών που υπέσκαπταν βασικούς κανόνες και θεσμούς του κράτους δικαίου. Αυτός ο φαύλος κύκλος όπου εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες συνέτειναν ταυτόχρονα και παράλληλα στην υποχώρηση του πολιτισμού της Δημοκρατίας στις δυτικές κοινωνίες ήταν το ανησυχητικό χαρακτηριστικό της δεκαπενταετίας που πέρασε. Υπάρχουν άλλωστε αναμφισβήτητες αποδείξεις της συστηματικής οικονομικής, επικοινωνιακής και πολιτικής ενίσχυσης των δυνάμεων του δυτικού εθνολαϊκισμού από το καθεστώς Πούτιν.

Υπάρχει κάτι καινούργιο σε αυτό που να διαφοροποιεί τον παλαιό ψυχρό πόλεμο σοβιετικού κομμουνισμού-δημοκρατικού καπιταλισμού, από τον σημερινό; Ναι, υπάρχει: η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του αντιπάλου. Ο ιστορικός κομμουνισμός του 20ου αιώνα ώθησε τις δυτικές δημοκρατίες να βελτιωθούν γιατί τις προκάλεσε να ανταγωνιστούν στο πεδίο της ανάπτυξης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας. Χωρίς αυτόν τον ανταγωνισμό δεν θα είχε αναπτυχθεί τόσο το κοινωνικό κράτος και η κρατική μέριμνα για την πλήρη απασχόληση και τα αδύναμα στρώματα. Ακόμα πιο σημαντική ήταν η ώθηση που έδωσε στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου. Αυτές είναι διαπιστώσεις που προσυπογράφουν όλες οι σοβαρές ιστορικές αποτιμήσεις καθώς αντιλαμβάνονται ότι ο ιστορικός κομμουνισμός ήταν πιο σύνθετο φαινόμενο από ένα απλό «ολοκληρωτισμό» όπως θέλει μια τρέχουσα επιφανειακή φιλελεύθερη αντίληψη. Πιο σύνθετο φαινόμενο γιατί γεννήθηκε ως υπόσχεση αυθεντικότερης πραγμάτωσης των νεωτερικών αξιών της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης. Και δεν είναι τυχαίο ότι όταν η υπόσχεση ήρθε σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τότε αυτονομήθηκε ο ευρωπαϊκός μαρξισμός σε αντιπαράθεση με τον σοβιετικό.

Σήμερα, η επίδραση των νέων αυταρχικών καθεστώτων στις δυτικές κοινωνίες είναι ακριβώς η αντίθετη, ιδίως αυτή που προέρχεται από τον παρωχημένο εθνικιστικό αυταρχισμό του καθεστώτος Πούτιν και του ρωσικού ολιγαρχικού καπιταλισμού. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι ενισχύει και υποθάλπει αντίστοιχης πολιτικής-ιδεολογικής ποιότητας δυνάμεις στις δυτικές κοινωνίες. Οι νέοι αυταρχισμοί «συμμαχούν» και ενισχύουν όλες τις ενδογενείς παθογένειες των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Και ξέρουμε ότι η Δημοκρατία είναι έτσι κι αλλιώς ένα ευαίσθητο πολίτευμα που στηρίζεται στην ασταθή εξισορρόπηση αντινομικών τάσεων. Η ίδια η Αμερική δοκιμάστηκε πρόσφατα και συνεχίζει να δοκιμάζεται από αυτές τις αστάθειες.

Έχει σημασία λοιπόν, ότι η εισβολή στην Ουκρανία σήμανε έναν συναγερμό στη Δύση και οδήγησε στην αυτόματη σχεδόν συσπείρωσή της. Ήταν ένα ελπιδοφόρο μήνυμα ότι ο σιδηρούς δεσμός των εξωδυτικών αυταρχισμών με τους δυτικούς λαϊκισμούς μπορεί να σπάσει. Ακόμα και τα φιλορωσικά τμήματα της κοινής γνώμης των δυτικών κοινωνιών, είτε ακροδεξιά είτε παλαιοαριστερά, αισθάνθηκαν άβολα, καταφεύγοντας στον αντιδυτικισμό για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Η συσπείρωση είχε καταρχάς ένα ταυτοτικό-ιδεολογικό υπόβαθρο. Στον αυταρχισμό, στη βαρβαρότητα των βομβαρδισμένων πόλεων, οι Δημοκρατίες είδαν την εικόνα του αντιπάλου τους και τη διαφορά τους από αυτόν. Ταυτόχρονα όμως είδαν να διαψεύδεται η φιλοδοξία των αυταρχικών καθεστώτων να φανούν αποτελεσματικότερα των δημοκρατικών. Η εικόνα έχει πλέον αντιστραφεί. Η Ρωσία βάλτωσε στην Ουκρανία, η Κίνα βραχυκυκλώθηκε με την πανδημία και τα ανασφαλή εμβόλιά της. Πέρα από τις ιδεολογικές-ταυτοτικές αιτίες, η Δύση συσπειρώθηκε γιατί συνειδητοποίησε το γεωπολιτικό χάος που θα άνοιγε αν αποδεχόταν παθητικά τα τετελεσμένα της ρωσικής επίθεσης. Η αλλαγή των συνόρων με τη χρήση βίας, η καταπάτηση της εδαφικής ακεραιότητας μιας χώρας στο όνομα ενός ιστορικού αναθεωρητισμού, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου. Έναντι αυτής της δυστοπίας δεν υπάρχει θέση για ουδετερότητα, αυτό σημαίνει το διάβημα της Φιλανδίας και της Σουηδίας. Το πιθανότερο είναι εξάλλου ακροβασίες τύπου Ερντογάν να έχουν τελικά λιγότερη επιτυχία από όση οι ‘Έλληνες θαυμαστές του πιστεύουν. Υπάρχει τέλος και μια τρίτη αιτία, περισσότερο αφανής και αργόσυρτη που συνέβαλε στη γρήγορη συσπείρωση ειδικά της Ευρώπης. Η διεθνής κρίση και ο νέος ψυχρός πόλεμος συμβαίνει σε μια εποχή που ενισχύεται η «περιφεριοποίηση», με την έννοια ότι πολλές παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, συστέλλονται και επιστρέφουν στην Ευρώπη. Αυτό φάνηκε με την πανδημία, και μπορεί να επαναληφθεί με τον ενδεχόμενο ευρωπαϊκό συντονισμό των εξοπλισμών.

Η συσπείρωση της Δύσης και η ανάκτηση της αυτοπεποίθησής της έναντι των αντίπαλων αυταρχισμών δεν θα πρέπει να οδηγήσει όμως στη διαρκή όξυνση του ανταγωνισμού. Όπως συνέβη με τον παλαιό, έτσι και ο νέος ψυχρός πόλεμος πρέπει να βρει τον δρόμο όχι μόνο της ειρηνικής συνύπαρξης αλλά και της διεθνούς συνεργασίας για την αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων και της πυκνής αλληλεξάρτησης που εξακολουθεί να υπάρχει σε πείσμα της λεγόμενης απο-παγκοσμιοποίησης. Ποιοι νέοι παγκόσμιοι θεσμοί και κανόνες θα εμφανιστούν για να ρυθμίσουν τις διακρατικές σχέσεις μετά την διεθνή κρίση; Ποια θα είναι η νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο; Θα υπάρξουν συνεργασίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής;

Ο νέος ψυχρός πόλεμος που εξελίσσεται θέτει λοιπόν τα δικά του ερωτήματα, πρωτίστως στη Δύση. 

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022

 Στο μυαλό ενός δεσπότη

Χαρίδημος Τσούκας

06.03.2022  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 


Η έκπληξη είναι αυθεντική: «Είναι δυνατόν να γίνεται πόλεμος στην Ευρώπη, στον 21ο αιώνα;». Ο πόλεμος, υπονοείται, είναι αρχαϊκή και, συνεπώς, ξεπερασμένη συνήθεια επίλυσης διακρατικών διαφορών. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία διαλύει τις χαζοχαρούμενες αυταπάτες. Δεν μεταλλάχθηκε το ανθρώπινο είδος. «Πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς». Ανέκαθεν ήταν, πάντα θα είναι. Μόνο ιδεοληπτικοί και ιδιοτελείς δεν το βλέπουν.

Αυτή η αίσθηση τραγικότητας μας προσγειώνει: εκτιμούμε τα καλά που έχουμε και γρηγορούμε για τυχόν απειλές. Δεν το καταφέρνουμε πάντα. Στον φιλελεύθερο δημοκρατικό τρόπο ζωής έχουμε την τάση να χαλαρώνουμε. Είναι λογικό. Το δημοκρατικό φαντασιακό δίνει προτεραιότητα στην ορθολογική συνεργασία, την έλλογη διευθέτηση των διαφορών, και το κράτος δικαίου. Δεν ζουν όλοι, όμως, όπως εμείς.

Το ιστορικά εξασκημένο μάτι βλέπει το νήμα που συνδέει τον Πούτιν με τον Στάλιν και Ρώσους αυτοκράτορες. Οι πολιτικές ανατροπές στην ταραχώδη ιστορία της Ρωσίας σκεπάζουν τη βαθύτερη νοο-τροπία που τη συνέχει ιστορικά: απολυταρχία, αίσθηση υπερδύναμης, εξαιρετισμός, καχυποψία έναντι της Δύσης. Ο Πούτιν ιδιόρρυθμα συγκεφαλαιώνει αυτά τα χαρακτηριστικά.

Ουδέποτε συμφιλιώθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Θεωρεί τις πρώην σοβιετικές χώρες ζωτικό χώρο – «σφαίρα προνομιούχων συμφερόντων» τις αποκαλεί. Η κλιμάκωση των επιδιώξεών του ήταν ορατή – για όποιον κοιτούσε. Εισέβαλε στη Γεωργία, προσάρτησε την Κριμαία, ενθάρρυνε αποσχιστικά κινήματα στην Ανατολική Ουκρανία, συστηματικά επιδίδεται σε κυβερνοπόλεμο, εξολοθρεύει όποιον θεωρεί επικίνδυνο. Οι τελείες ήταν εκεί. Οι δυτικές ελίτ δεν θέλησαν να δουν τη γραμμή που τις ενώνει. Ισως ήταν υπερβολή να περιμένουμε στρατηγική διαύγεια από πολιτικούς σαν τον Σρέντερ και τον Φιγιόν, κατοπινούς έμμισθους υπαλλήλους κρατικών ρωσικών επιχειρήσεων.

Τι θόλωνε την κρίση των Δυτικών ηγετών; Ο,τι περίπου θόλωνε την κρίση του Τσάμπερλεϊν το 1938 – αφενός η εύλογη επιθυμία να αποφευχθεί η σύγκρουση (ψυχρή ή θερμή), αφετέρου η αφελής αισιοδοξία ότι ο αντίπαλος είναι ορθολογικός. Και οι δύο παραδοχές παράγουν τον κατευνασμό ως κυρίαρχη στρατηγική.

Ο κατευνασμός δεν συνιστά απλώς ηγετική επιλογή αλλά προκύπτει από συστημική πίεση. Οι ευημερούσες δημοκρατίες απεχθάνονται την ένταση και, φυσικά, τον πόλεμο, ιδιαίτερα σε μια αλληλένδετη παγκόσμια οικονομία· ρέπουν στον συμβιβασμό. Η λογική της έλλογης διαπραγμάτευσης που συνήθως τις χαρακτηρίζει, τις ωθεί να εκλαμβάνουν τους αντιπάλους ως ορθολογικούς.

Οι δεσπότες, όμως, δεν είναι πάντα ορθολογικοί. Το υπόστρωμα του ψυχισμού τους είναι αθεράπευτα ναρκισσιστικό. Με τη δράση τους πασχίζουν να διορθώσουν τις ζημίες που βίωσαν στο παρελθόν. Αναπτύσσουν σύνδρομο μεγαλείου, ταυτίζοντας το εθνικό κλέος με τον προσωπικό αυτοθαυμασμό. Έχουν μάθει να μη συναντούν θεσμικά προσκόμματα· να ικανοποιούνται οι επιθυμίες τους. Τείνουν να χάνουν την επαφή με την πραγματικότητα. Οπως μας θυμίζει ο Στίβεν Γκρήνμπλατ στο υπέροχο βιβλίο του «Τύραννος» (ΜΙΕΤ, 2021), τα απρόβλεπτα ξεσπάσματα και η συναισθηματική ανωριμότητα του Βασιλιά Ληρ, οξυμμένα από τη γήρανση, επιφέρουν την καταστροφή. Στα δεσποτικά καθεστώτα δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα· όλα περιστρέφονται γύρω από τον δεσπότη.

Για τον Πούτιν, η Ουκρανία δεν έπρεπε να υπάρχει. «Είναι αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας, της κουλτούρας και του πνευματικού μας χώρου», είπε, αναγγέλλοντας παραληρηματικά την εισβολή. Οι εχθροί, η Δύση, «έχουν ένα μόνο στόχο: να αποτρέψουν την ανάπτυξη της Ρωσίας». Τα ίδια είχε πει το 2014 όταν προσάρτησε την Κριμαία – «υπάρχει συνεχής προσπάθεια να μας βάλουν στη γωνία». Το δεσποτικό μυαλό ρέπει στην παράνοια. Τον ιστορικό φόβο που εμπνέει η Ρωσία σε γειτονικές πρώην κομμουνιστικές χώρες πιστεύει ότι τον υποκινεί η Αμερική. Τις μεγαλειώδεις εξεγέρσεις στην Ουκρανία (2004 και 2014) θεωρεί ξενοκίνητες. Με την εισβολή ανατρέπει τον προσανατολισμό του ουκρανικού λαού προς την Ευρώπη και ό,τι αυτή συμβολίζει. Οι επιλογές ενός ανεξάρτητου έθνους πρέπει να τελούν υπό την έγκριση του αυτοδιορισμένου οικο-δεσπότη.

Ο δεσπότης εκλαμβάνει οτιδήποτε λιγότερο από ενθουσιώδη υπακοή ως απειλή. Ο Σαντάμ Χουσεΐν εκτελούσε αυτοπροσώπως τους «προδότες». Ο Πούτιν, όταν δεν τους φυλακίζει, τους εξευτελίζει δημοσίως. Τον κακόμοιρο επικεφαλής της ρωσικής κατασκοπείας τον έκανε, σαδιστικά, να τραυλίζει. Οπως στον «Βασιλιά Ληρ», δεν αρκεί να είσαι πιστός στον δεσπότη, αλλά να του λες αυτό που θέλει να ακούσει. Αυτή και μόνο η εικόνα του τραυλίζοντος αξιωματούχου, που συνεχώς αυτοδιορθώνεται μέχρι να βρει τα λόγια που θα ικανοποιήσουν το αφεντικό του, εικονογραφεί τη δεσποτική εγωπάθεια. Το 2014, η Μέρκελ είχε αναφέρει ότι «ζει σε άλλο κόσμο». Δυστυχώς κρατάει πυρηνικά.

Υστερόγραφο: Ισως λίγοι θυμούνται ότι αυτόν τον ηγέτη αναγόρευσε επίτιμο διδάκτορα το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, το 2018, «για την προσφορά του στις ελληνορωσικές σχέσεις, τα γράμματα, τις τέχνες, την κοινωνία και τη δημοκρατία». Ετσι ακριβώς! Αν οι πρυτανικές αρχές διατηρούν το αίσθημα ντροπής ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022

 Η μυστική σάλτσα

Στάθης Καλύβας

06.02.2022





Υπάρχει µια έκφραση στα αγγλικά, η «μυστική σάλτσα». Χρησιμοποιείται για να περιγράψει το πώς μια ελάχιστη παρέμβαση μπορεί να απογειώσει μια συνταγή. Και είναι μυστική, γιατί η αξία της είναι ανυπολόγιστη. Η έκφραση αυτή έχει ενδιαφέρον διότι παραπέμπει σε ένα είδος σοφίας που προκύπτει περίπου μαγικά μέσα από την υπέρβαση των αυτοματισμών και της τυποποποίησης.

Αναλογίστηκα τη μυστική σάλτσα καθώς η προβολή της τηλεοπτικής σειράς «Καταστροφές και θρίαμβοι» ολοκληρωνόταν και γινόταν σταδιακά φανερό πως είχε καταφέρει να επικοινωνήσει με ένα μεγάλο κοινό, επιτυγχάνοντας μάλιστα ένα επίπεδο ψυχικής ταύτισης μαζί του, που με ξάφνιασε πραγματικά και ευχάριστα. Ετσι, θυμήθηκα πως όταν ξεκινούσα τη διαδικασία της μεταφοράς ενός βιβλίου ιστορικού περιεχομένου στην τηλεοπτική οθόνη, είχα αναρωτηθεί αν θα ήταν δυνατό ένα αποτέλεσμα που να είναι έγκυρο και ταυτόχρονα συναρπαστικό, ορθολογικό στη συγκρότησή του, αλλά και προσβάσιμο στο συναίσθημα. Επιστρέφω λοιπόν στο αρχικό ερώτημα: πώς αυτό έγινε εφικτό; Η απάντηση προϋποθέτει ένα άλλο ερώτημα: τι προσδοκούσα από το βιβλίο και τη σειρά;

Η απάντηση είναι απλή: Δεν επεδίωξα μια εγκυκλοπαιδική παραγωγή παραγεμισμένη με ιστορικά γεγονότα ούτε ένα ακαδημαϊκό δοκίμιο. Με ενδιέφερε πάνω απ’ όλα να κατανοήσω το παρόν και να αφουγκραστώ το μέλλον μέσω ενός οδοιπορικού στο παρελθόν μας – να σκιαγραφήσω δηλαδή ένα συνεκτικό αφήγημα για τη σύγχρονη συλλογική μας ταυτότητα και τον συλλογικό μας βίο.

Το αφήγημα με το οποίο πορευτήκαμε ως κοινωνία έως πρόσφατα, για περίπου πενήντα χρόνια, θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα κράμα επιτευγμάτων και ηρωισμών του απώτατου και απώτερου παρελθόντος που διδασκόμαστε κυρίως στο σχολείο και μιας περιγραφής ενός μίζερου πρόσφατου παρελθόντος, όπου υιοθετούμε τον ρόλο του θύματος: των άλλων (κυρίως των ξένων) και του κακού μας ριζικού (που μας κάνει να διχαζόμαστε και να αποτυγχάνουμε). Η μυστική σάλτσα που έδεσε αυτό το αφήγημα και του έδωσε δύναμη και διάρκεια υπήρξε η θεοποίηση της ήττας. Με τρόπο σχεδόν μαζοχιστικό (και συνοδεία της εκπληκτικής ποίησης του Γιάννη Ρίτσου και της μοναδικής μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη), διυλίζαμε περηφάνια από τις αποτυχίες μας. Η μεγάλη κρίση που ξέσπασε το 2010 υπήρξε η αποκορύφωση, αλλά συνάμα και το κύκνειο άσμα αυτού του αφηγήματος. Μετά το 2015, η προσδοκία για κάτι νέο ήταν σαφής.

Οταν ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο μου, το 2014, συναισθανόμουν την ύπαρξη μιας τέτοιας προσδοκίας. Αναζητώντας τα αίτια της πρόσφατης καταστροφής μας, οδηγήθηκα στην ψηλάφηση των προηγουμένων. Ομως, μια ανάγνωση της Ιστορίας μας που αναλωνόταν μόνο στην αλυσίδα των καταστροφών και των αδιεξόδων μας, όπως επέβαλλε η πνευματική κοινοτοπία ώς τότε, ήταν εντελώς ασύμβατη με τη μεγάλη και πραγματική πρόοδο που είχε επιτύχει η χώρα στη σύγχρονη ιστορική της πορεία. Αυτή, λοιπόν, η εντελώς προφανής αντίφαση (που για να γίνει όμως προφανής απαιτούσε την απομάκρυνση από τον ελληνικό εξαιρετισμό και την ένταξη της ελληνικής περίπτωσης σε ένα συγκριτικό πλαίσιο) αποτέλεσε το εφαλτήριο της προσέγγισής μου. Ολα τα υπόλοιπα, η καταγραφή των «θριάμβων» και η σύνδεσή τους με τις «καταστροφές», ακολούθησαν εύκολα.

Πού θέλω να καταλήξω; Πως κάποιες φορές η ουσία βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, αλλά ενώ τη βλέπουμε, την προσπερνούμε αγνοώντας την. Και πως γι’ αυτό, όταν την ανακαλύψουμε, την αγκαλιάζουμε. Πως η μετάδοσή της δεν απαιτεί μανιέρα περίπλοκη, δυσνόητη ή μελοδραματική. Πως η καθαρότητα της περιγραφής ενισχύεται όταν η πρόθεση είναι αφαιρετική, η ματιά ορθολογική και η περιγραφή ελκυστική. Και πως, εντέλει, ένα αφήγημα μπορεί να γίνει συλλογικό κτήμα και να εκπέμψει εμψυχωτική παραίνεση δίχως να στρογγυλοποιεί, να ισοπεδώνει ή να ευτελίζει. Αυτή είναι η μυστική μου σάλτσα.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021

 

Η ομιλία του Χρήστου Χωμενίδη στην Ευρωβουλή, κατά την παραλαβή του βραβείου Ευρωπαϊκού βιβλίου για το βιβλίο του “ΝΙΚΗ”


 


«Ξεκίνησα να διηγούμαι την ιστορία μιας οικογένειας. Και έφτασα να διηγηθώ την ιστορία μιας χώρας.

Ξεκίνησα ένα γράμμα προς την κόρη μου, να της μιλήσω για τη συνονόματη γιαγιά της, τη μεγάλη Νίκη, η οποία είχε πεθάνει προτού η μικρή Νίκη γεννηθεί. Και έγραψα ένα μυθιστόρημα για τον ελληνικό 20ό αιώνα.

Ετσι άλλωστε δεν συλλαμβάνονται, έτσι δεν κυοφορούνται τα βιβλία μας; Εκείνο που νομίζεις πως χωράει σε ένα ποτήρι, αποδεικνύεται ποτάμι, χείμαρρος που φουσκώνει και παρασύρει και εσένα τον ίδιο. Δεν υπάρχει για τον συγγραφέα μεγαλύτερη ευλογία από τη στιγμή που οι ήρωες του ζωντανεύουν, κινούνται αυτόνομα, τον εκπλήσσουν. Τον μαγεύουν.

Η “Νίκη” γράφτηκε στην Αθήνα και στην Κέρκυρα. Σε βεράντες και σε καφενεία και σε ακρογιαλιές ακόμα, με τη θάλασσα να σκάει δυο μέτρα από το λάπτοπ μου.

Γράφτηκε κατά την πιο δύσκολη περίοδο της πρόσφατής μας Ιστορίας. Οταν τη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, το 2010, είχε ακολουθήσει η βαθιά κοινωνική κρίση. Κυρίως δε ο διχασμός, η μισαλλοδοξία. Η ακράδαντη πεποίθηση των μεν ότι για όλα φταίνε οι δε. Πως ο απέναντί σου ευθύνεται για ό,τι εσύ υποφέρεις. Και πρέπει να πληρώσει. Και του αξίζει να συντριβεί.

Εγώ ωστόσο ήξερα ότι ποτέ δεν είναι έτσι. Είχα ως παιδί ζήσει με τις γιαγιάδες, με τους παππούδες μου. Με τις θείες και με τους θείους μου. Μου είχαν μεταφέρει εμπειρίες εθνικών θριάμβων και καταστροφών και εμφυλίων πολέμων και ανατάσεων και φρικαλεοτήτων. Κι αν κάτι είχα καταλάβει, ήταν πως στην κάθε παράταξη υπάρχουν ήρωες και καθάρματα. Ανθρωποι με συναίσθηση και ενσυναίσθηση. Κι άνθρωποι κυνικοί, που ορέγονται μόνο την εξουσία. Είτε απλώς τη βολή τους.

Στη “Νίκη”, ο 21ος αιώνας κοιτάει, επανεξετάζει τον 20ό. Το τώρα στρέφεται στο τότε για να αντλήσει πολύτιμα συμπεράσματα. Το ξέρουμε δα ότι το μέλλον μαγειρεύεται στον φούρνο του παρόντος με τα υλικά του παρελθόντος.

Μόλις πληροφορήθηκα την καταπληκτική τιμή που μου επιφυλάξατε, είπα το εξής: “Μέσω της τέχνης, η Ελλάδα μπορεί να ξανασυστηθεί στον κόσμο”.

Την ένδοξή μας αρχαιότητα, τους τραγικούς ποιητές, τους κλασικούς φιλόσοφους, τον Σολωμό και τον Καβάφη, τον Γιαννούλη Χαλεπά και τον ζωγράφο Θεόφιλο, τον Σεφέρη και τον Ελύτη, ό,τι γοήτευσε τον Βύρωνα και τον Ουγκώ, τους αδελφούς Ντάρελ και τον Χένρυ Μίλερ, τον Ζυλ Ντασέν και τον Λέοναρντ Κοέν, δεν τα αποκηρύσσουμε. Τα περιέχουμε. 

Μπορούμε ωστόσο, εμείς, οι Έλληνες του 21ου αιώνα, να τα υπερβούμε. Να σπάσουμε τα στερεότυπα. Να πλάσουμε δικούς μας, καινούργιους μύθους. Το φως είναι εκεί. Η γλώσσα είναι εκεί.

Μακάρι η βράβευση της “Νίκης” να αποτελέσει αφορμή για να στρέψει η Ευρώπη το βλέμμα προς τη σημερινή Ελλάδα. Να αναζητήσει τους ποιητές, τους συγγραφείς, τους παραστατικούς καλλιτέχνες, τους εικαστικούς της. Είναι πολλοί και πολύ ταλαντούχοι. Σας το εγγυώμαι.

“Με την Ελλάδα με συνδέει μια κλωστή” είχε γράψει ένας σπουδαίος ποιητής. Ο Αγγελος Σικελιανός. “Ομως αυτή η κλωστή είναι η ζωή μου”. Ισχύει στο ακέραιο για εμένα. Ισως να ισχύει λίγο και για εσάς. 

Χαιρετώ τις εκδότριές μου. Την Τζούντιθ Γκούρεβιτς, του νεοϋορκέζικου “The Other Press”. Τη Λιζ Σαστελού, του γαλλικού “Viviane Hamy». Κυρίως δε την ελληνίδα προπονήτρια και εμψυχώτριά μου – διότι αυτό δεν κάνει ένας άξιος εκδότης; Την Αννα Πατάκη.

Στέλνω το πιο μεγάλο, το πιο ζουμερό φιλί, στους φίλους μου, στις πιο αγαπημένες μου γυναίκες, που η μια τους έκανε κοπάνα από το σχολείο για να είναι απόψε, εδώ, κοντά μας. Η βράβευσή μου από εσάς είναι –το ξαναλέω– η μεγαλύτερη τιμή που μου έχει γίνει ποτέ. 

Νιώθω ευγνώμων. Μέσα από την καρδιά μου, σας ευχαριστώ».

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021

 

Τα γεγονότα πίσω από την κρίση κόστους στο φυσικό αέριο

Δούκας Χάρης

19.10.2021, ΤΟ ΒΗΜΑ




H τιμή του φυσικού αερίου έχει εκτιναχθεί, συμπαρασύροντας κάθε υπηρεσία ή μεταποίηση που το χρησιμοποιεί. Ποια γεγονότα βρίσκονται πίσω από την έκρηξη τιμών που έχει οδηγήσει στην τέλεια ενεργειακή καταιγίδα;

Από την αρχή του έτους, σχεδόν ταυτόχρονα με την επανεκκίνηση των οικονομιών από την πανδημία και την αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης, παρουσιάστηκαν σημαντικά τεχνικά προβλήματα σε υποδομές παραγωγής και μεταφοράς φυσικού αερίου. Στην Αυστραλία, που προμηθεύει με μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου τη Βορειανατολική Ασία, δύο σταθμοί (στο Longford και στο Gorgon) τέθηκαν εκτός λειτουργίας για τεχνικούς λόγους, οδηγώντας σε δεκαπλασιασμό των τιμών. Στην Ευρώπη, ο νορβηγικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στο Snøhvit, λόγω φωτιάς, εδώ και έναν χρόνο είναι κλειστός. Πυρκαγιά σημειώθηκε επίσης σε έναν από τους βασικούς σταθμούς LNG της Gazprom (στο Novy Urengoy), πλήττοντας περαιτέρω την ελλιπή προμήθεια φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, λόγω του τυφώνα Ida στον Κόλπο του Μεξικό, που έπληξε εγκαταστάσεις εξόρυξης, η μείωση της παραγωγής έφτασε στο 90%. Οι ροές αερίου επηρεάστηκαν επίσης από προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως ήταν η συμφόρηση στο κανάλι του Παναμά τον χειμώνα, που οδήγησε ακόμα και σε 15 ημέρες αναμονή για πλοία που μετάφεραν LNG από τις ΗΠΑ στη Βορειοανατολική Ασία.

Προφανώς υπήρξαν και γεωπολιτικά παιχνίδια, όπως της Ρωσίας, με τον υπουργό ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ να τονίζει από τη μία πως η Ρωσία «είναι έτοιμη να ενισχύσει τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη» και από την άλλη να ζητάει ως αντάλλαγμα την έγκριση και πιστοποίηση του υποθαλάσσιου αγωγού Nord Stream 2.

Τα πιο σημαντικά όμως γεγονότα δεν αφορούν γεωπολιτικά παιχνίδια (που άλλωστε πάντα υπήρχαν), ούτε  απρόσμενες επισκευές και προβλήματα τροφοδοσίας. Αφορούν τις επιδράσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων.

Αρχές του 2021, ένα πολύ ισχυρό κύμα ψύχους στη Βορειανατολική Ασία έπληξε την Κίνα, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, τρεις από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Αυτό το φαινόμενο είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου (και του άνθρακα) στην Κίνα, οι οποίες έφτασαν σε ιστορικό υψηλό 6ετίας και 8ετίας αντίστοιχα. Παρόμοια ζητήματα αντιμετώπισε και η Ιαπωνία, που λόγω της περιορισμένης πυρηνικής ηλεκτροπαραγωγής και της έλλειψης ορυκτών πόρων είναι ευάλωτη στις αυξομειώσεις των τιμών των καύσιμων. Ανάλογο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στις ΗΠΑ, στην Πολιτεία του Τέξας.

Λίγους μήνες μετά, είχαμε έντονες ξηρασίες στην Τουρκία, στη Βραζιλία και στην Καλιφόρνια, που οδήγησαν στη μείωση της ηλεκτροπαραγωγής από υδροηλεκτρικές μονάδες, η οποία αντισταθμίστηκε από φυσικό αέριο. Ειδικά η Βραζιλία αντιμετώπισε ίσως τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 100 ετών. Καθώς το 70% της ηλεκτροπαραγωγής της βασιζόταν στα υδροηλεκτρικά, αυξήθηκαν σημαντικά οι εισαγωγές LNG από τις ΗΠΑ, οι οποίες συνακόλουθα μείωσαν την τροφοδοσία της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδας κατά 50% (σε σχέση με πέρυσι).

Στην Ευρώπη, είχαμε επιπρόσθετα μία σημαντική μείωση της ταχύτητας των ανέμων σε αρκετές χώρες. Είναι γνωστό πως οι τιμές στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μειώνονται όταν φυσάει. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, όταν έχουμε πολύ αέρα, όπως στις 6 Σεπτέμβρη, που το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας καλύφθηκε από ανανεώσιμες, έχουμε τις χαμηλότερες τιμές μεταξύ όλων των χωρών στην Ευρώπη.

Η κλιματική κρίση μάς έχει ήδη διδάξει να περιμένουμε το απροσδόκητο. Οι παραδοσιακές πολιτικές και τα αντίστοιχα μοντέλα αιτιοκρατικής προβλεψιμότητας δεν επαρκούν. Για την ενίσχυση της ευστάθειας του ενεργειακού τομέα, οι νέες υποδομές σε διασυνδέσεις και σε συστήματα αποθήκευσης πρέπει να προχωρήσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα. Αλλαγές χρειάζονται και σε ρυθμιστικό επίπεδο, όπως είναι η εισαγωγή νέων εργαλείων που να εμπεριέχουν ασφάλιστρα κινδύνου έναντι ακραίων διακυμάνσεων. Επιπλέον, η οργάνωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να δομηθεί διαφορετικά, στη βάση άλλων παραμέτρων, όπως του μέσου συνολικού κόστους ενέργειας, που διαμορφώνεται από μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας σε σταθερές τιμές και όχι από τις εκάστοτε χρηματιστηριακές διακυμάνσεις.

Οι πολιτικές στις νέες συνθήκες πρέπει να σχεδιάζονται με μία μόνο βεβαιότητα. Αυτή της αβεβαιότητας.

Ο κ. Χάρης Δούκας είναι αν. καθηγητής ΕΜΠ.